Προφορική συνέντευξη της κυρίας Ευθυμίας Φρόση
πρώην καπνεργάτριας στις αποθήκες Aφών Παπαστράτου στο Ζαπάντι
στην καθηγήτρια Βασιλική Ι. Σκεπετάρη
-Γεια σας.
Σας ευχαριστούμε που δεχτήκατε να μας μιλήσετε για τη δουλειά σας στο εργοστάσιο των Αφών Παπαστράτου...
-Να είστε καλά πάντα.
-Κυρία Ευθυμία, που γεννηθήκατε;
-Eγώ γεννήθηκα στα Σιταράλωνα Τριχωνίδος το 1943, Ευθυμία Φρόση του Χρήστου. Χρήστο λένε δηλαδή τον πατέρα μου, το πατρικό μου. Έτσι γράφει η ταυτότητα. Παντρεύτηκα το 1962 ,το Δεκέμβριο μήνα και ήρθα στο Αγρίνιο. Ο άντρας μου ήταν τυροκόμος.
-Πριν το γάμο σας, όταν ζούσατε με τους δικούς σας ξέρατε από καπνά; Βάζατε;
-Βάζαμε καπνά μυρωδάτα στο χωριό.
-Είχατε εμπειρία δηλαδή;
-Ναι βάζαμε καπνά μυρωδάτα. Και τα ρεντίζαμε τότε για τη μελίγκρα και η ψεκαστήρα με έκανε τότε και παντρεύτηκα
-Για να ξεφύγετε εννοείται από αυτή...
-Για να ξεφύγω και ήρθα εδώ και βρήκα περισσότερα...να στο πω έτσι
-Όταν παντρευτήκατε βάλατε αμέσως καπνά;
-Όχι, εδώ που΄ρθα δούλευα στα καπνά.
-Δεν βάλατε μετά σαν παντρεμένη καθόλου εσείς καπνά;
-Έβαλα, αλλά έβαλα από το ΄75 κι ύστερα γιατί δεν είχα άδεια, έβγαλα άδεια και πήρα μισιακά καπνά πρώτα και έβαλα και μετά έβαλα με ενοίκιο, νοίκιασα χωράφια ,δεν είχα χωράφια δικά μου κι έβαζα καπνά. Και μάζευα την οικογένειά μου και το ΄76 πήγα στις αποθήκες. Πήγα πρώτα στου Παναγόπουλου την αποθήκη, δούλεψα σαράντα πέντε μέρες και μετά τελείωσε ο άνθρωπος που είχε...στην αποθήκη εκεί και έφυγα και πήγα με μέσον φυσικά γιατί δεν σε παίρνανε , πήγα στου Παπαστράτου.
-Έπρεπε να υπάρχει δηλαδή κάποιος γνωστός για να...
-Κάποιος γνωστός... εκείνος με βοήθησε και Θεός σ ΄χωρέστον κι Άγια να ΄ναι τα κόκκαλά του. Μετά το ΄77 πήγα 13 Νοεμβρίου ήταν προεκλογικά και πήγα στου Παπαστράτου, με πήραν στου Παπαστράτου και δούλεψα μέχρι το ΄92.
-Αρκετά χρόνια.
-Ναι.
-Τι δουλειά κάνατε εκεί; Ποιο ήταν το πόστο σας;
Εγώ όλες τις δουλειές τις έκανα. Στην αρχή τα μηχανήματα που ήταν στου Παπαστράτου έβγαιναν με τόγκα τα δέματα ,τα βγάζαμε με τόγκα. Είχαμε μηχανές που τις κλωτσάγαμε το προσωπικό για να βγει η τόγκα έπρεπε να την κλωτσήσεις να την σπρώξεις με το πόδι για να βγει όταν σταμάταγε η μηχανή. Και μετά είχαν πρέσα που βάζαμε την τόγκα με καπάκι επάνω και πάταγες το κουμπί... αυτόματη πρέσα που πρεσάριζε τις τόγκες. Ζύγιζαμε, έβγαινε από την μηχανή ζύγιζαμε και μετά την πήγαιναμε στην πρέσα.
-Σας δυσκόλευε κάτι σ΄όλη αυτή την διαδικασία; Ήταν δύσκολο να μάθετε;
-Οχι, δεν ήταν δύσκολο. Κανένας μαθημένος δεν ήτανε. Πήγα και στην πρέσα. Πρώτα από το ξεσπάγκιασμα με πήγανε στις μηχανές . Δούλεψα καμιά δεκαπενταριά μέρες στις μηχανές και μετά με βάλανε στην πρέσα. Δούλεψα κι εκεί, δεν θυμάμαι τώρα ακριβώς πόσο καιρό δούλεψα και από την πρέσα με βάλανε στο ράψιμο, ράφτρια.
-Θυμάστε κάτι που σας δυσκόλευε από συνθήκες ,δεν ξέρω ή...
-Δεν σου μίλαγε κανένας όταν έκανες τη δουλειά σου, κανένας παρατήρηση δεν σου΄κανε. Όταν έκανες τη δουλειά σου σωστά δεν σου μίλαγε κανένας.
Έπρεπε να βγάλετε συγκεκριμένη δουλειά κάθε μέρα;
-Όχι, δε σου ΄λεγε συγκεκριμένη δουλειά αλλά...
-Αφού εργαζόσουν σταθερά...
-Ο προϊστάμενος έβλεπε ότι δούλευε ο καθένας. Ο προϊστάμενος έβλεπε.
-Πώς πηγαίνατε στη δουλειά;
-Πηγαίναμε… στις αρχές είχε λεωφορείο από το ΚΤΕΛ που μας πήγαινε. Πότε από το ΚΤΕΛ ή με τουριστικό λεωφορείο, είχε ένα λεωφορείο...
-Μισθωμένο δηλαδή από το εργοστάσιο.
-Μισθωμένο, ο Παπαστράτος, δεν πληρώναμε εμείς ,το είχε μισθωμένο και μετά έβγαλε δικό του.
Και επειδή οι πατητικές, οι ράφτριες αυτά, στις μηχανές λέγονταν πατητικές επάνω ,που ήμασταν εμείς κάτω ήτανε τα τεζάκια και ήτανε και οι...κάτσε να σου πω τώρα πως το λέγανε...το ταπί, ήτανε τα τεζάκια και το ταπί, το ταπί ήτανε που πέρναγε ο καπνός ξεφυλλισμένος και πιάναμε τα μαύρα, τα σκάρτα τα φύλλα στο ταπί .
-Και γινόταν το ξεκαθάρισμα.
-Ενώ το ξεσπάγκιασμα το λέγανε τεζάκι το τραπέζι, ήταν τραπέζι που δούλευαν ζευγάρια μία από ΄δω μία από΄κει και το δέμα στη μέση και καθάριζες εκεί, ξεφύλλιζες ας πούμε άλλα ήταν γαζωμένα κι άλλα ήταν αρμαθιασμένα με την βελόνα αναλόγως, ήταν και ο μπασμάς που ήταν μάτσα.
-Οι σχέσεις μεταξύ σας πώς ήταν;
-Όχι, ήμασταν αγαπημένοι ,δεν είχαμε...
-Δεν είχατε ιδιαίτερα προβλήματα;
-Όχι, δεν είχαμε ιδιαίτερα προβλήματα... -Ο καθένας τη δουλειά του. Ο καθένας κοίταγε τη δουλειά του, κάναμε διάλειμμα, ένα διάλειμμα για ένα τέταρτο και μετά...
-Όλες τις άλλες ώρες...;
-Ναι. Δουλεύαμε οκτάωρο.
-Φαγητό, συνήθως παίρνατε από το σπίτι;
-Ναι, από το σπίτι παίρναμε, και στο διάλειμμα καθόμασταν ένα τέταρτο για να φάμε. Ο καθένας έπαιρνε ότι είχε από το σπίτι του.
-Δουλεύατε σε βάρδιες;
-Βάρδιες ,ήτανε δύο βάρδιες. Μία βδομάδα πήγαινα πρωινή ,μία απογευματινή εκτός από το ΄92 που πήγαινα συνέχεια νυχτερινή. Πηγαίναμε δέκα και σχολάγαμε έξι.
-Με τα αφεντικά ερχόσασταν εσείς σε επαφή; Είχατε δει τους ιδιοκτήτες;
-Ο μακαρίτης ο Τάσος ερχότανε πολλές φορές, μια φορά ήρθε και με την αδερφή του εκεί. Ερχόταν και επίβλεπαν εκεί αλλά ούτε μας μίλαγε, καμία σημασία εμάς ας πούμε, δεν είχαμε καμία επαφή εμείς με το αφεντικό, απλώς τον βλέπαμε τον άνθρωπο που ερχόταν. Τα Χριστούγεννα πάντα μας έδινε γαλοπούλες. Τα πρώτα χρόνια μοίραζε γαλοπούλες.
-Πώς σας φαινόταν εσάς αυτή η κίνηση τότε; Δώρο από τη δουλειά. Ήταν σημαντικό; Είχε συζητηθεί; Σας έκανε εντύπωση;
-Ευχαριστιόμασταν, γιατί αφενός μεν είχε τέτοια σειρά, είχε καλή σειρά, ούτε λεφτά μας έτρωγε, μας πλήρωνε κάθε βδομάδα και κάθε τέλος του μηνός μας έδωνε εξόφληση, γιατί τι κρατήσεις ...αυτοί ήξεραν πως τα΄βγαζαν. Μας έδωναν εξόφληση.
-Είχατε...σας έβαζε ένσημα...άδειες παίρνατε;
-Ναι, ένσημα παίρναμε και άδειες παίρναμε αναλόγως τα μεροκάματα που είχαμε, έπαιρναμε και την άδεια. Τα Χριστούγεννα έπαιρναμε ένα μηναίο επειδή δουλεύαμε συνεχόμενα ας πούμε από όταν άρχιζαμε Σεπτέμβριο ας πούμε άρχιζαμε, Αύγουστο άρχιζαμε απ΄όταν άρχιζαν οι αποθήκες που΄καναν συγκομιδή. Τα Χριστούγεννα μας έδωναν και το Πάσχα μας έδωναν το μισό.
- Νιώθατε σε σχέση με τις άλλες γυναίκες που δεν δούλευαν ότι εσείς ήσασταν τυχερές που είχατε βρει δουλειά ;
-A! Κοίταξε να δεις .Αυτό είναι σωστό. Λες αν ένιωθαμε τυχερές; Ένιωθαμε τυχερές...
-Είχατε μία ευκαιρία για εισόδημα παραπάνω. Να στηρίξετε την οικογένεια.
-Ναι, ζούσα την οικογένειά μου γιατί ο άντρας μου δεν δούλευε. Έξι μήνες δούλευε πότε τέσσερες πότε τρεις στα τυροκομεία. Κι εγώ ζούσα την οικογένειά μου.
-Ήταν σταθερό. Ήταν ένα εισόδημα...
-Τι να πω ψέματα; Κι ευχαριστιέμουνα που με΄παίρνανε...είδες πως σου λέω κι εκείνος που πήγε ,ο κύριος Ράφτης που πήγε στη Θεσσαλονίκη, εκείνος με στήριζε κι Άγιο να΄ναι το χώμα του. Και οι άλλοι μετά δεν μπορώ να πω, ήτανε ο Σακελλαριάδης ο Θάνος πολύ καλός άνθρωπος, και να΄ναι καλά ο άνθρωπος, ήτανε ο Τάκης ο...πώς λέγοτανε μωρέ... ο Μουμουγιάννης, ήτανε ο Δημήτρης ο Μαργιώλης που τον είχα μάστορα. Πρωτοπήγα σ΄αυτόν, πήγα.
-Η αμοιβή σας ήταν ικανοποιητική, ήταν καλό το μεροκάματο για εκείνη την εποχή;
-Ναι, καλό ήτανε.
-Ήσασταν ευχαριστημένες δηλαδή;
-Πως δεν ήμασταν! Γιατί τι θα να’παιρναμε έξω; Είχαμε και το ένσημό μας. Έπαιρναμε το δώρο μας ,τα Χριστούγεννα, το Πάσχα ,είχαμε μια αβάντα. Είχαμε κι έπαιρναμε και τα τσιγάρα μας. Από εκεί έπαιρναμε ένα πακέτο την ημέρα τσιγάρα...μας έδωναν επτά πακέτα την βδομάδα.
-Μπορούσατε να καπνίζετε μέσα στο χώρο της δουλειάς;
-Όχι, μέσα στον χώρο της δουλειάς απαγορεύονταν.
-Όταν είχατε διάλειμμα ;
-Όχι, μέσα στο χώρο όμως όχι. Μπροστά στο τέτοιο όχι. Όλοι έλεγαν όταν έρχονταν και μας έβγαζαν ακτινογραφία σε ρώταγαν ,καπνίζεις ;Οι περισσότερες έλεγαν όχι. Μ’λεν εμένα ναι καπνίζεις ; Καπνίζω. Λέει πολλά τσιγάρα; Το πακέτο που μου δίνει ο Παπαστράτος λέω και δε μ΄φτάνει. Έβαλαν τα γέλια αυτοί μετά.
-Θυμάστε κάτι περισσότερο για τα δώρα; Σας έδιναν γαλοπούλα και τι άλλο;
-Nαι, μετά μας έδωναν...
-Για τα παιδιά; Μου’χουν πει...
-Μας έδωναν τα Χριστούγεννα, τα Χριστούγεννα τα πρώτα χρόνια αλλά μετά τα ‘κοψαν. Τώρα τι έπεσε αυτού τι έγινε δεν ξέρω και μας τα ‘κοψε κι έδωνε μόνο στους μόνιμους ενώ τα πρώτα χρόνια έδωνε σ’ όλο το προσωπικό. Τι παιδιά είχες, πέρναγαν κι έγραφαν τι παιδιά έχεις
Ηλικία, αγόρι, κορίτσι....
-Κι ήφερναν μαζί με την γαλοπούλα έδιναν και δώρα. Άμα είχες κορίτσια σου’δωναν εργόχειρα άμα είχες αγόρι αναλόγως την ηλικία που’χες σ’άλλο έδωναν αυτοκίνητο, σ’άλλο έδωναν πάζλ αναλόγως...
-Την ηλικία και το φύλο.
-Είχα κρατημένο κι ένα βιβλίο που’χε τα νήματα και τέτοια που μας είχαν δώσει στ’Παπαστράτου αλλά το πέταξα τώρα, δεν έχω κανα δυο χρόνια που το πέταξα γιατί...
-Γιατί δεν είχατε σκεφτεί ότι μπορεί να σας το ζητούσαμε.
-Δεν το’ξερα αυτό.
-Ξέρετε κάτι για την οικογένεια Παπαστράτου. Γνωρίζετε κάτι ιδιαίτερο για αυτούς , τι πρόσφεραν για τον τόπο;
-Οι Παπαστραταίοι έχουν προσφέρει πολλά. Οι Παπαστραταίοι όταν ήρθαν εδώ στ ’Αγρίνιο η μάνα τους η Χαρίκλεια πούλαγε ξίδι εδώ και μεγάλωσε τα παιδιά και ο ένας ο αδερφός ο μεγάλος...ήταν ένας καπνέμπορος εδώ που έκανε καπνά αγόραζε καπνά και τον πήρε αυτόν τον μεγάλο τον αδερφό και τον βόηθαγε. Και σιγά σιγά εκείνος τον πήρε στην Αθήνα. Σπούδασε, σπούδασαν όλα τα αδέρφια, όλα τα παιδιά σπούδασαν της Χαρίκλειας. Είχε αγοράσει κι έφτιαξε το πάρκο, το’χε αγορασμένο και το’κανε δωρεά...
-Το ‘κανε δωρεά..
Έφτιαξε πολλά καλά ο Παπαστράτος και το Παπαστράτειο Μέγαρο ο Παπαστράτος το’φτιαξε και το δώρισε στη Γυμναστική Εταιρία κι έκαμε άγια για να εισπράττει η Γυμναστική Εταιρία.
-Δεν ξέρω αν θυμάστε κάποιο περιστατικό,, αν θέλετε κάτι άλλο να μας πείτε;
- Δεν θυμάμαι τίποτα, δεν ξέρω. Δεν έχει συμβεί κάτι ας πούμε για να πω...
-Νομίζετε ότι αυτός ο τόπος χρωστάει στην οικογένεια Παπαστράτου;
-Γι΄αυτά που χρωστάει υποχρεώσεις πολλές στην οικογένεια Παπαστράτου, αυτοί βόηθησαν και δεν είσπραξαν, δεν πήραν τίποτα.
-Άλλο τίποτα δεν ξέρω. Θεός σχωρέστους τον κόσμο, γιατί βοήθησαν πολύ κόσμο. ‘Ημασταν περίπου τα πεντακόσια άτομα που τρώγαμε ψωμί εκεί μέσα. Άλλοι ήταν κι αντρόγυνα ,ζευγάρια εγώ μόνη μου ήμουνα. Σου λέω δεν έχω κανένα παράπονο, κι όταν έκλεισε η αποθήκη εμένα μου’κοψε τα χέρια γιατί δεν είχα μπορέσει να συμπληρώσω και να’ναι καλά η τσούπα μου μου έβαλε τα υπόλοιπα τα ένσημα και πήρα σύνταξη αλλιώς θα πήγαινα ζητιανιά σήμερα.
-Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ που μοιραστήκατε όλα αυτά μαζί μας. Να’στε πάντα καλά.
-Να είσαι κι εσύ καλά.
Η κυρία Ευθυμία Φρόση με την ενδυμασία και τα σύνεργα της καπνεργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου