Παρασκευή 22 Μαρτίου 2019

2ο Γυμνάσιο Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός» για την Ημέρα Ποίησης: ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ του ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ και EΛΕΥΘΕΡΗ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΗ των μαθητών…



Επιμέλεια: δρ Μαρία Ν. Αγγέλη

«Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει•
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε• στα μάτια η μάνα μνέει•
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ' έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μου 'γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει» 

[ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ, Σχεδίασμα Β, Απόσπασμα 1.]

        Στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ Γυμνασίου ανθολογούνται δύο αποσπάσματα από την ποιητική σύνθεση του Διονυσίου Σολωμού: Ελεύθεροι Πολιορκημένοι.  
      Κύριο θέμα στο πρώτο απόσπασμα  από το Β Σχεδίασμα είναι η Πείνα. Η πείνα αποδίδεται με δυο εικόνες. Μιας γυναίκας και ενός άνδρα: της Μάνας και του Σουλιώτη. Οι πολιορκημένοι Μεσολογγίτες έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά εξωτερικά και εσωτερικά εμπόδια: αποκλεισμός, πείνα, κακουχίες, πρόκληση της ανοιξιάτικης φύσης, διάθεση για ζωή… Η πείνα έχει φτάσει σε τέτοιο όριο, ώστε το σπυρί που βρήκε το πουλί να προκαλεί την τόσο έντονη συναισθηματική αντίδραση της Μεσολογγίτισσας μάνας. Η γυναίκα ζηλεύει το πουλί............



    Οι στίχοι αυτοί συγκίνησαν ιδιαίτερα τους μαθητές. Για τούτο μετά τοσχολιασμό τους έδωσα ως άσκηση δημιουργικής γραφής:
«Η ελεύθερη πολιορκημένη μάνα γράφει στο ημερολόγιό της…»

     Τα παιδιά έγραψαν  και παρουσίασαν στην τάξη τις  εργασίες τους… Σχολίασαν και αξιολόγησαν «δια βοής» και χειροκροτημάτων τις καλύτερες!
Παραθέτω ενδεικτικές σελίδες του ημερολογίου της  μάνας, «δια χειρός» μαθητών του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου:                                                           

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ  1 Απριλίου 1826 

        Μια ακόμη μέρα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι... Μια ακόμη μέρα που δεν μας βοήθησε κανείς. Οι άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα. Οι δρόμοι έχουν γεμίσει νεκρούς και υποσιτισμένους. Όμως αυτό που με πονά πιο πολύ είναι πως δεν μπορώ να φροντίσω τα παιδιά μου. Λιμοκτονούν...Τα μάτια τους έχουν μαυρίσει από την πείνα. Μαζεύω ψίχουλα, ό,τι βρω, για να τα κρατήσω ζωντανά.
       Οι γενναίοι πολεμιστές μας κάνουν τεράστιες προσπάθειες να απωθήσουν τους Τούρκους. Δεν ξέρουμε για πόσο καιρό ακόμα θα επικρατήσουμε σε αυτή την άνιση μάχη. Πολλοί από τους αγωνιστές αβοήθητοι χάνουν το κουράγιο και την ελπίδα τους. Μα εμείς τους ενθαρρύνουμε με κάθε τρόπο . 
        Ακόμη πιο πολύ με πονά ότι δεν μπορώ να απολαύσω την ομορφιά αυτού του τόπου. Ο ήλιος λάμπει, όλη η φύση ανθίζει κι εμείς... εμείς περιμένουμε τον θάνατο... Πώς είναι δυνατόν να αντισταθούμε σ' αυτό τον πειρασμό; Εκεί που η ψυχή σιγοσβήνει , εκεί που νιώθω πως το σώμα μου με εγκαταλείπει, βλέπω τα κοκκαλιάρικα κορμιά των παιδιών μου και δεν τα παρατάω. Στέκομαι όρθια... για χάρη τους! Τα κανόνια ηχούν τόσο δυνατά, οι φωνές δεν έχουν κοπάσει. «Βάστα καημένο Μεσολόγγι!»

Ειρήνη Βαρεμένου, Δήμητρα Πασιά

Δευτέρα 31 Μαρτίου

       Άλλη μια φριχτή μέρα πέρασε. Όπως και τις προηγούμενες ημέρες η πείνα ήταν μεγάλη. Άλλη μια ημέρα αναγκαστήκαμε να φάμε ποντικούς και φύκια τα οποία σιγά σιγά τελειώνουν. Και το χειρότερο: μέλη από νεκρούς συμπολίτες μας! 
        Δεν αντέχω να βλέπω τα πουλάκια που έχουν να δώσουν φαγητό στα μικρά τους και εγώ να μην έχω. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι οι Τούρκοι σκότωσαν τον μονάκριβο γιο μου. Δεν ξέρω τι θα κάνω χωρίς αυτόν. Τρελαίνομαι! Τώρα έχω μείνει μόνη εγώ και η κόρη μου. Ο άντρας μου σκοτώθηκε  και αυτός πριν από μια εβδομάδα
     Το καλό νέο είναι ότι κάποιοι άνθρωποι από εδώ σχεδιάζουν  τη μεγάλη έξοδο. Ελπίζω το σχέδιο να πάει καλά. Προς το παρόν το μόνο που μας σώζει είναι η τεράστια υπομονή  και οι προσευχές μας στο Θεό. Δεν ξέρει κανείς τι μας επιφυλάσσει το μέλλον. Εκείνο που σίγουρα γνωρίζουμε είναι ότι οιΤουρκοαιγύπτιοι σχεδιάζουν μια καινούρια επίθεση. Εμείς ευχόμαστε: «Βάστα καημένο Μεσολόγγι!».

Βασίλης Κούρτης, Δημήτρης Κουτσομπίνας
*******************
3 Απριλίου 1826 

       Τα πράγματα εδώ στο Μεσολόγγι οδεύουν από το κακό στο χειρότερο. Η πείνα μας έχει θερίσει όλους… Αφού τα αδέσποτα έχουν προ πολλού εξαφανιστείαπό τους δρόμους φτάσαμε στο τραγικό σημείο να φάμε λίγο από το κρέας ενός νεκρού…
Πραγματικά ντρέπομαι… Πού φτάσαμε!
     Το φαγητό όμως πάλι δε φτάνει. Μέχρι πριν μερικούς μήνες βρίσκαμε λίγα χόρτα, σκέτο δηλητήριο, από τη θάλασσα και τα τρώγαμε. Αλλά τώρα πάνε κι αυτά… 
      Το χειρότερο όμως είναι ότι δε μπορούμε να θρέψουμε τα παιδιά μας… Στους δύσκολους καιρούς, οι μανάδες στερούν τους εαυτούς τους για να ταΐσουν τα παιδιά τους, στην περίπτωσή μας όμως δεν υπάρχει φαγητό για κανέναν. Όλες οι Μεσολογγίτισσες ζηλεύουμε τα πουλιά… Αυτά ζουν τα μικρά τους αφού όλο και κάποιο σπόρο θα βρουν πεταμένο στη γη… Εμείς τίποτα… 
      Αφού λοιπόν δε μας έχει απομείνει τίποτε άλλο αποφασίσαμε να κάνουμε μια ηρωική Έξοδο. Ξημερώματα της Κυριακής των Βαΐων, στις 10 του μήνα, θα βγούμε απ’ την πόλη χωρισμένοι σε τρεις ομάδες. Εμείς τα γυναικόπαιδα και όσοι ηλικιωμένοι μπορούν (αρκετοί θα μείνουν πίσω) θα είμαστε κάπου στη μέση για να προστατευτούμε. Το σχέδιο λέει ότι κατά την Έξοδό μας μερικοί θα μείνουν πίσω να ανατινάξουν τις πυριτιδαποθήκες. Το μόνο που πρέπει να βρουν οι καταραμένοι οι Τούρκοι είναι καμένη γη. Γι’ αυτό, όσο κι αν μας στενοχωρεί, την παραμονή της Εξόδου θα κάψουμε όλα τα υφαντά και τα προικιά μας… 
      Αλλά αυτό δεν είναι σπουδαίο… Κανείς δε μπορεί να αναλογιστεί τον πόνο πουνιώθει μια μάνα όταν βλέπει το σπλάχνο της σκελετωμένο από την πείνα… Κάθε μέρα, κάθε ώρα που περνά, τα μικρά κοκκαλιάρικα κορμάκια τους αδυνατίζουν ολοένα και περισσότερο… Και τα παιδιά μας αργοπεθαίνουν αλλά δυστυχώς είμαστε ανήμπορες να αντιδράσουμε… 
Τουλάχιστον καταφέραμε να τα σώσουμε από την πείνα κι από τις αρρώστιες που μας έφερε, ένα χρόνο τώρα που βαστά αυτή η κατάσταση… Μόνη μου ελπίδα πλέον η Παναγία… Είχε κι Εκείνη ένα παιδί, ήτανε κι Εκείνη μάνα… 

Θεοδώρα Σκουτέρη, Ευαγγελία Αρωνιάδα 

9 Απριλίου 1826

     Σήμερα με το ζόρι κατάφερα να δώσω μία μπουκιά ψωμί στο παιδί μου.
    Τελείωσαν τα εφόδια! Αναγκαζόμαστε να τρώμε ό,τι βρούμε μπροστά μας: φύκια, αρμυρήθρες, ποντίκια…
      Έχουμε καταφέρει νίκες αλλά δεχθήκαμε και ελάχιστες ήττες. Έγιναν προτάσεις από τους οπλαρχηγούς να σκοτώσουν οι ίδιοι τα γυναικόπαιδα να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών, γιατί θεωρούμαστε «αδύναμος κρίκος». Η πρόταση αυτή δεν έγινε αποδεχτή από κάποιους αρχηγούς σωμάτων και από το δεσπότη. Αμέσως επόμενη σκέψη των οπλαρχηγών ήταν η Έξοδος, η οποία θα γίνει την Κυριακή των Βαΐων. Τούτη η μέρα απομένει για την πραγματοποίηση αυτής της πρότασης. Όλοι έχουν το απόλυτο άγχος. Πολλοί φοβούνται την εξέλιξη. Έχω άγχος! Φοβάμαι για το παιδί μου! Φοβάμαι για μένα!
 Κανένας όμως δεν θέλει να «ρεζιλευτεί», να παραδοθεί στους εχθρούς. Όλοι θέλουμε ένα δοξασμένο θάνατο. Κρατιέμαι ζωντανή  με την ελπίδα  ότι θα πάνε όλα καλά… Θέλω να ζήσω! Θέλω να ζήσει το παιδί μου! 
Αγωνιώ για την αυριανή μέρα....

Τσιαβίκου Σοφία, Μήτσου Κωνσταντίνα 

Ημερολόγιό μου 30/3/1826

       Άλλη μια φρικτή μέρα ξημέρωσε με τους Τούρκους να μας πολιορκούν. Δεν ξέρω για πόσο θα αντέξει το Μεσολόγγι ακόμα. Οι άνθρωποι εξαντλημένοι από την πείνα ούτε όπλο δεν μπορούν να   βαστάξουν… Όμως δεν θα παραδοθούμε... 
      Καθημερινά πεθαίνουν γυναικόπαιδα και άξιοι πολεμιστές από την πείνα. Και εγώ φοβάμαι πως δεν θα μπορέσω να κρατήσω το παιδί μου ζωντανό. Για μια μπουκιά φαΐ με παρακαλάει κι εγώ είμαι ανίκανη να του προσφέρω το οτιδήποτε. Πριν λίγες μέρες  καθώς έψαχνα στους δρόμους μήπως βρω κάτι φαγώσιμο, βρήκα ένα σπουργιτάκι  που μόλις είχε βρει ένα σπυρί. Αχ να ήξερες πόσο το ζήλεψα… Γύρισα στο σπίτι πάλι με άδεια χέρια… Βρήκα το αγοράκι μου με υψηλό πυρετό να μου ζητά βοήθεια με δάκρυα στα μαυρισμένα ματάκια του. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα.
 Σήμερα 30 Μαρτίου έχασα ότι πιο σημαντικό μου είχε απομείνει σε αυτή τη ζωή, το παιδί μου… Την ψυχή μου ολόκληρη…
 Υπάρχει λόγος πια να ζω; 
         
 Παναγιώτα  Τσακανίκα, Ασημίνα Τσούτσα

Δευτέρα 26 Μαρτίου 1826

Αχ, τι δύστυχη και φριχτή μέρα ήταν αυτή.
     Η πόλη έχει εξουθενωθεί από την πείνα και τις κακουχίες που επικρατούν. Εδώ και μέρες το παιδί μου είναι άρρωστο. Τα τρόφιμα και τα πολεμοφόδια μας έχουν τελειώσει. Η πείνα είναι αναπόφευκτη. Αναγκαστήκαμε να κατασπαράξουμε όλα τα ζώα που υπήρχαν, ακόμα και τα ποντίκια. Ένας συμπολίτης μου αναγκάστηκε να κόψει και να φάει τον μηρό ενός νεκρού προκειμένου να επιβιώσει . Ωχ! δύστυχε άνθρωπε. 
        Καθώς περπατούσα για να αναζητήσω τροφή για το παιδί μου παρατήρησα το εξής: ένα πουλάκι το οποίο σπάει την σιωπή με την λαλιά του βρίσκει ένα σπόρο για να ταΐσει το παιδί του. Πόσο το ζηλεύω! Εκείνο μπορεί να ταΐσει το παιδί του, ενώ εγώ είμαι ανίκανη… Βλέπω το παιδί μου να υποφέρει από την πείνα και δεν μπορώ να κάνω κάτι για να το βοηθήσω. Αχ πόσο υποφέρω!    
          Το απόγευμα, κάποιοι Μεσολογγίτες μαζί τους και εγώ πήγα με στην θάλασσα για να μαζέψουμε πικραλίδες τις οποίες τις βράζαμε και τις ξαναβράζαμε για να φύγει το δηλητήριο. Όμως το βράδυ που γύρισα σπίτι βρήκα το παιδί μου νεκρό από την πείνα. Εκείνη την ώρα έτρεξα να βρω κάποιον που να γνωρίζει. Μάταια όμως. Το παιδί μου είχε φύγει. Ένιωσα όλος μου ο κόσμος να καταρρέει να σβήνω. Δεν μπορώ άλλο. Καλύτερα να χανόμουν εγώ, παρά το παιδί μου. Συγγνώμη παιδί μου για την σύντομη και φριχτή ζωή  που πέρασες. Καλό παράδεισο να έχεις ψυχή μου… 

Σεραφείμ  Σεφεριάδης, Θανάσης Σουλιώτης  

Θα κλείσω με ένα υπέροχο δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στους Μεσολογγίτες:

Το τραγούδι των Μεσολογγιτών

Ένα Σάββατο διάβαινα από το Μεσολόγγι
Ήταν Σάββατο αποβραδίς ανήμερα Λαζάρου
Κι έπιασε μια ψιλή βροχή κι ήταν λαμπρό φεγγάρι
Κι άκουσα μαύρα κλάματα, γυναίκεια μοιρολόγια,
Κλαίνε μανάδες για παιδιά και τα παιδιά για μάνες
Κι οι αδερφές για τα’ αδερφούς, π’άλ’  αδερφούς δεν κάνουν.
Δεν κλαίνε για το σκοτωμό, μήδε για την αρρώστια,
Μόν’ κλαίνε που τους έλειψε ο ζαϊρές τρεις μήνους.
Δίχως ψωμί, δίχως νερό και δίχως και μεντάτι,
Φάγανε γάτες και σκυλιά κι άλογα και μουλάρια.
 ***************************

Εικόνα: Μαθητές-μαθήτριες, εν δυνάμει ποιητές και συγγραφείς… με τη Μ. Ν. Αγγέλη. 2ο Γυμνάσιο Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός»

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019

Με αφορμή σχολική εκδρομή του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός»: "Του γεφυριού της Άρτας" Και "η στοιχειωμένη" των μαθητών…

"Του γεφυριού της Άρτας" 
Και "η στοιχειωμένη" των μαθητών…

Επιμέλεια: δρ. Μαρία Ν. Αγγέλη
Στο γεφύρι της Άρτας… Ειρήνη Χορμόβα και Μαρία Αγγέλη

Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
γιοφύρι-ν-εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.
Oλημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Μοιριολογούν οι μάστοροι και κλαιν οι μαθητάδες:
«Αλίμονο στους κόπους μας, κρίμα στις δούλεψές μας,
ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ να γκρεμιέται!»
Πουλάκι εδιάβη κι έκατσε αντίκρυ στο ποτάμι,
δεν εκελάηδε σαν πουλί, μηδέ σα χελιδόνι,
παρά εκελάηδε κι έλεγε, ανθρωπινή λαλίτσα:
«Α δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει•
και μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη,
παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα…



       Το τραγούδι «Του γιοφυριού της Άρτας», είναι μια από τις πιο γνωστές παραλογές. Ο Νικόλαος Πολίτης, στην έκδοση του τραγουδιού σημειώνει στο εισαγωγικό σημείωμα ότι το τραγούδι απηχεί την πανάρχαια δοξασία που είναι διαδεδομένη σε πολλούς λαούς:  Για να στεριώσει ένα χτίσμα πρέπει να θαφτεί ή να εντοιχιστεί στα θεμέλια του ένα ζωντανό ζώο ή καλύτερα  ένας άνθρωπος. Υπήρχε η πίστη ότι η ψυχή του μετά το θάνατο αποκτά υπερφυσικές ιδιότητες και μ’ αυτές προφυλάσσει το χτίσμα. Το θύμα όμως έπρεπε να είναι «καλό», ώστε να μπορεί το καλό πνεύμα να διώχνει όλα τα κακά…  Το στοίχειωμα, η θυσία ενός ζωντανού ζώου ή και ανθρώπου κρινόταν απαραίτητο για να θεμελιωθεί ένα οικοδόμημα ή να προκόψει μια εργασία. Η θυσία της Ιφιγένειας από τον πατέρα της τον Αγαμέμνονα έγινε γιατί υπήρχε αυτή ακριβώς η αντίληψη…
       Αυτή η πίστη είναι ζωντανή μέχρι σήμερα σε πολλούς λαούς. Στα θεμέλια ή τους τοίχους ενός οικοδομήματος για τη στερέωσή του να χτίζεται  ένα ζώο. Το θύμα γίνεται η ψυχή, το στοιχειό του χτίσματος. Το στοιχειό το προστατεύει από κάθε κίνδυνο και το καθιστά ασφαλές.

       Στο γεφύρι της Άρτας στο οποίο αναφέρεται το συγκεκριμένο τραγούδι απαιτείται το στοίχειωμα της όμορφης νέας γυναίκας που είναι η γυναίκα του πρωτομάστορα. Καμιά άλλη λύση δεν επιτρέπεται: μη ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη! Η όμορφη νέα δείχνει υπακοή και τρυφερό ενδιαφέρον για τον άνδρα της. Ανυποψίαστη για τη θυσία της…

Ο πρωτομάστορας ζει το δικό του δράμα. Θυσιάζει όμως την αγαπημένη του για το σπουδαίο έργο που θα είναι ωφέλιμο στους ανθρώπους … Η θυσία πραγματοποιείται και το στέριωμα του γεφυριού πετυχαίνει! Μεγάλο και σημαντικό έργο για την εποχή και την περιοχή. Οι  επερχόμενες γενιές το αξιοποιούν και το απολαμβάνουν…

       Η παραλογή ανθολογείται στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ Γυμνασίου. Τη δίδαξα φέτος στους μαθητές του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός».
     Μετά την ανάγνωσή της στην τάξη, μια μαθήτρια, η Κωνσταντίνα Μήτσου που έχει μητέρα Αλβανίδα αφηγήθηκε μια αλβανική παραλλαγή. Μας είπε για το κάστρο της Ροζάφα.
      Η μητέρα της της είχε αφηγηθεί την ιστορία αυτή, που αναφέρεται σε μια παρόμοια θυσία: «Μια νέα γυναίκα, μάνα ενός μωρού χτίζεται για να θεμελιωθεί το κάστρο. Η γυναίκα συμφώνησε να θυσιαστεί υπό ένα όρο: Ζήτησε από τους κουνιάδους της, που ήταν χτιστάδες όταν τη χτίσουν να αφήσουν το μισό της σώμα να φαίνεται. Το ένα μάτι για να βλέπει το παιδί της! Το ένα αυτί για να το ακούει ! Το ένα χέρι για να το χαϊδεύει! Το ένα πόδι για να κουνάει την κούνια του! Το ένα στήθος για να το θηλάζει! Με όλα αυτά το κάστρο στάθηκε γερό. Δεν ξαναγκρεμίστηκε. Ακόμα και σήμερα σε αυτά τα τείχη υπάρχουν οι τρύπες από τα μέρη του σώματος που είχαν μείνει εκτός. Και το σημείο που έμεινε το μάτι της έξω στάζει δάκρυα…»
      -Κυρία, μου είπε η μαθήτρια: Υπάρχει αυτό το κάστρο στην Αλβανία. Δεν το έχω επισκεφτεί, αλλά το βλέπουμε όταν περνάμε να πάμε στο χωριό της γιαγιάς μου. Και δεν θυμάμαι ακριβώς όλη την υπόθεση… Λέγεται  επίσης, πως μέχρι σήμερα μέσα από τα τείχη του κάστρου ακούνε το νανούρισμα της νεαρής γυναίκας για το βρέφος της…

         Η ιστορία που μας είπε η Κων/να είναι το τέλος της παραλλαγής. Η θυσία της τραγικής γυναίκας. Η ανθρωποθυσία για να στεριώσει το κάστρο…Αυτό που είχε συγκινήσει περισσότερο τη μαθήτρια. Η Λεονόρα Πάγια αλβανικής καταγωγής, μας έφερε γραμμένη την ιστορία, όπως την αφηγήθηκε η μητέρα της…

     Μετά το σχολιασμό του τραγουδιού που συγκίνησε τα παιδιά προχωρήσαμε στη Δημιουργική γραφήΟι μαθητές μπορούσαν να επιλέξουν  και να γράψουν:
Α.-ένα διαφορετικό τέλος…
Β.-ένα άρθρο για την τοπική εφημερίδα της εποχής…
Γ.-το ημερολόγιο του πρωτομάστορα…

       Τα παιδιά στεναχωρήθηκαν για τη θυσία της νέας γυναίκας και το ψέμα που χρησιμοποίησαν οι άνδρες για να την κατεβάσουν στην καμάρα. Στη γραφή τους κάποια προτίμησαν να θυσιάσουν μαζί το αγαπημένο ζευγάρι… Μια μαθήτρια, η Σοφία επηρεασμένη από την «Ελένη» που διδάσκεται φέτος, τη σώζει… Θυσιάζει το ομοίωμά της!
Παραθέτω ενδεικτικά έργα τους: 

ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΚΕΙΝΗΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ  
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ: ΣΥΖΥΓΟΚΤΟΝΙΑ ΔΙΧΩΣ ΑΙΔΩ !

      Ένα δυστυχές συμβάν κατεγράφη εις την μικρήν μας κωμόπολη προ ολίγων ωρών. Εις εκ των ανδρών της τοπικής μας κοινότητος εδολοφόνησε κτηνωδώς την σύζυγόν του. 
    Λεπτομερέστερα, όλα ήρχισαν το σημερινόν πρωινό. Ο ήλιος εφώτιζε τις βουνοκορφές ενώ έκαστος των συντοπιτών μας ήτο εις την εργασίαν του. Παρομοίως εκυλούσε ο χρόνος και για τον του αναγειρόμενου γιοφυριού Πρωτομάστορα. Όλα ήσαν ήρεμα και τίποτες δεν προμήνυε τι έμελλε να ακολουθήσει. 
      Ήτο πλέον μεσημβρίαν όταν η σύζυξ του Πρωτομάστορος εκατηφόριζε την ολάνθιστην βουνοπλαγιά. Γοργά-γοργά αφίχθη εις την του ποταμού όχθην όπου αντίκρισε τον σύζυγό της να κλαίγει. Ξαφνιασμένη τον επλησίασε όπως τον παρηγορήσει. Μανιωδώς, ο ανήρ εχτυπούσε την όμορφην νεαράν για μερικά της ώρας λεπτά. Εν συνεχεία, αφότου ερράπισε και γρονθοκόπησε το λυγερό της σώμα, την ανάγκασε όπως κατέβει εις την του γιοφυριού πρώτη καμάρα. Τότες, ομαδικώς ήρχισαν το της γυναικός χτίσιμο και την του γιοφυριού ανέγερση. 
       Το ων τούτο, το θέλον ονομάζεται άνθρωπος και ανήρ δεν κατέβαλε ουδεμίαν προσπάθειαν όπως σώσει το όμορφον τούτο πλάσμα. Τούτος ο «ανήρ» εστί η ντροπή του ανθρωπίνου γένους, το παράδειγμα προς αποφυγήν. 
      Ο ίδιος εμφανίσθη δημοσίως ισχυριζόμενος ότι: «Ουδεμίαν ευθύνην δύνασθε να αποδώσετε εις εμέ. Ηναγκάσθην να προχωρήσω εις ταύτην πράξιν εξαιτίας ενόςπτηνού, ο έδωκέν μοι τον εξής χρησμόν: «Α δε στοιχειώσεις την γυναίκα σου γιοφύρι δε στεριώνει». Λέγω την πάσαν αλήθειαν. Αι στιγμαί εκείναι ήσαν αι χείρισται της ζωής μου! Μα εγώ εσκέφθην το κοινόν καλόν. Πράγματι, είμαι βαθέως λυπημένος. Αι τιμωρίαι παρά του Θεού ας είναι ανάλογες των έργων μου». 
       Δεν αισχύνεται ο ωνητός! Εστέρησε τη ζωήν της γυναικός του και τολμά να ξεστομά τόσα ψεύδη. Άκουσον – άκουσον! Τα πτηνά εδύναντο να ομιλούν και δη την ελληνικήν! Ουδεμία αιδώς εις την σύγχρονην κοινωνίαν!  
Θεοδώρα   Σκουτέρη 
[η μαθήτρια είναι επηρεασμένη από τη γραφή του Γ.Βιζυηνού]
***************
Αποκλειστικό ρεπορτάζ 
Τραγωδία στην Άρτα! 

         Φρίκη βίωσε μια 30χρονη γυναίκα που βρήκε τραγικό θάνατο στην καμάρα ενός γεφυριού στην Άρτα. Οι αντιλήψεις των κατοίκων της πόλης ανάγκασαν την γυναίκα να χτιστεί ώστε να αποτελέσει το στήριγμα του γεφυριού. Σύμφωνα με περαιτέρω πληροφορίες λέγεται πως πρωτομάστορας του γεφυριού υπήρξε ο άπονος άνδρας της. Τα ξημερώματα της Παρασκευής η γυναίκα μεταφέρθηκε ακούσια στην καμάρα του γεφυριού μετά από εντολή του άντρα της. 
       Οι αποκλειστικές  πληροφορίες που έχουμε μαρτυρούν πως ο πρωτομάστορας είχε εγκαταλείψει  και απατήσει τη γυναίκα του μετά την άφιξη μιας 24χρονης κοπέλας στην πόλη. Οι γείτονες του πρώην γεφυριού ισχυρίζονται πως μαζί με την νεαρή κοπέλα κατέφθασε και η μητέρα  του πρωτομάστορα που δεν είχε ποτέ καλές σχέσεις με τη νύφη της. Ποιος κρύβεται πίσω από τον θάνατό της; Θα λάμψει ποτέ η αλήθεια; Πάντως, το γεφύρι δύσκολα θα παραμείνει σταθερό, αφού η σύζυγος του πρωτομάστορα καταράστηκε όσους την έχτισαν. Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι έγκυρες πηγές μας, η γυναίκα «ευχήθηκε» η πεθερά της να είναι η επόμενη θυσία!  

Ειρήνη Βαρεμένου, Δήμητρα  Πασιά 
*****************

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΜΑΣΤΟΡΑ

Ημέρα  Παρασκευή του έτους…
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Αυτό που συνέβη σήμερα, κατέστρεψε την ζωή μου. Έχασα την αγαπημένη μου και γι’ αυτό φταίω εγώ.
  Πονάω, τι θα απογίνω τώρα; Έμεινα μόνος μου, σκότωσα τον άνθρωπο μου! Πώς θα ζήσω με τόσες τύψεις;
      Δεν μπορούσα όμως να μην υπακούσω. Αυτό το έργο είναι πολύ μεγάλο και θα βοηθήσει πολύ τους ανθρώπους να μετακινηθούν, να επικοινωνήσουν… Και οικονομικά θα ωφελήσει την Άρτα… Έπρεπε να κάνω το χρέος μου και να βάλω το συλλογικό όφελος πάνω από τη δικιά μου ζωή!
       Και τώρα έμεινα εγώ και οι τύψεις μου. Έχω ακόμα στα αυτιά μου τις φωνές της… Εγώ φταίω για όλα! Αν δεν είχα αναλάβει εγώ αυτό το έργο τώρα η γυναίκα μου θα ζούσε!
      Πόνος, θλίψη, τύψεις! Αυτά θα έχω συντροφιά από εδώ και πέρα.  Μόνη μου παρηγοριά το κοινό καλό… 

Δημήτρης Κουτσομπίνας 
*******************

Πέμπτη, 14/09/1761 
         Σήμερον, την δεκάτην τετάρτη  του αυτού μηνός, εβίωσα την πλιο χειρότερη ημέρα της έως τώρα ζωής μου. Πραγματικά, δε δύναμαι νά βρω τις ορθές λέξεις όπως αποδώσω εγγράφως τα της μαυρισμένης ψυχής μου αισθήματα. Σήμερον απόλεσα το ωραιότερον της ζωής μου στολίδιον. Ο αστήρ που εφώτιζε το βαθύ σκοτάδι της ανθρώπινής μου πορείας έσβησε οριστικώς. Ας πάρομεν τα συμβάντα εξ’ αρχής, όμως: 
      Η ώρα ήτο γύρω στην ενδεκάτην προ της μεσημβρίας όταν, προσπαθών  να εύρω τρόπον όπως αντιμετωπίσω το του γιοφυριού πρόβλημα, ένα πτηνόν εμφανίσθη   ενώπιόν μου. Ομιλούσε την ελληνικήν και πράγματι εξεπλάγην. Τότες, έδωκεν μοι την εξής συμβουλήν: «Α δε στοιχειώσεις άνθρωπον γιοφύρι δε στεριώνει». Και άκουσον-άκουσον! Η δική μου γυνή έπρεπε να στοιχειωθεί. Απελπισμένος ων, εμήνυσά της όπως αργοπορήσει. Ματαίως! Η γυνή μου εμφανίσθη αιφνιδίως προ της συνήθους ώρας. Όλα πλέον ήσαν τετελεσμένα. Ο αστήρ μου κατέβη εις τον ποταμόν εξαπατηθείς από το των μαστόρων ύπουλο ψεύδος. Βαριά τη καρδία έθεσα τον του γιοφυριού θεμέλιον λίθον. Η λυγερή μου δε βάσταξε πιότερο και προέβη εις αναθεματισμόν του έργου μας! Ο χρυσούς , όμως, που περιέβαλλε την καρδίαν της δε της επέτρεπε τη διατήρησιν της κατάρας της. Ο δόλιος νους των μαστόρων ανάγκασε το στολίδιόν μου να ευχηθεί δια το γιοφύρι μας. 
       Ανάθεμα στες ανθρώπινες φιλοδοξίες! Εστάθησαν η αιτία της του πιο αγαπημένου μου προσώπου απώλειας. Είμαι ένας βλάξ ο οποίος τόσο δειλός ην ώστε επέτρεψε την της γυναικός του θυσία. Τα δάκρυά μου έχουν ποτίσει τούτο το χαρτί μα η σύζυξ μου δε θα επιστρέψει. 
       Είμαι ο έσχατος του ανθρωπίνου γένους. Έθεσα το της κοινωνίας όφελος πιο πάνω από την της γυναικός μου ευτυχία. Ένα πυρ, μια άσβεστος φλόγα κατακαίγει τα σωθικά μου. Παρηγοριά μου και στερνή μου ελπίς εστί η εκ της γυναικός μου συγχώρεσίς μου. Αιωνία η μνήμη της!

  Θεοδώρα Σκουτέρη  
***************
ΕΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΕΛΟΣ       
I).Μοναδική αγάπη

     Τρέχει η γυναίκα να διαβεί και με τον άντρα της να ανταμωθεί. 
    Λάθος μήνυμα της πήγε το πουλί σαν την διέταξε γοργά να ετοιμαστεί. 
Σαν βλέπει ο πρωτομάστορας τη δόλια τη γυναίκα, 
Τρέχει γοργά και προς αυτή μήπως καταφέρει να σωθεί.
Δεν προλαβαίνει καλά καλά να φτάσει στο γιοφύρι, 
Αφού η γυναίκα έχει κατέβει με δόλο, για να του βρει το δαχτυλίδι. 
Σαν αντικρίζονται ξανά ζευγάρι αγαπημένο, 
Ο μάστορας της εξηγεί με πρόσωπο θλιμμένο: 
«Σε συγχωρώ αφέντη μου ας είναι για καλό σας» 
Μα δεν αρκέστηκε σ’ αυτό ο άντρας και της λέει: 
« Δε θα σ’ αφήσω λυγερή να μου πεθάνεις μόνη». 
Πηδάει ο πρωτομάστορας στην πρώτη την καμάρα, 
Τον αγκαλιάζει η λυγερή με περισσή λαχτάρα. 
Χτίστε μας μάστορες και στους γειτόνους πείτε, 
Πως την αγάπη μας που στέριωσε ετούτο το γεφύρι 
Όλο τον κόσμο αν ψάξετε, ποτέ δεν θα τη βρείτε!

Ειρήνη Βαρεμένου-Δήμητρα Πασιά 
****************

II)...Νά τηνε κι εξανάφανεν από την άσπρη στράτα. 
Τη βλέπ’ ο πρωτομάστορας, πλαντάζει απ’ το κλάμα… 
Τον βλέπ’ η λυγερή, τρέχει να τον παρηγορήσει: 
-Γιατί πλαντάζεις μάστορα, γιατί πολυδακρίζεις; 
Μήνα  μαντάτο έμαθες για θάνατο ή αρρώστια; 
-Μήτε για θάνατ’ άκουσα μήτε για κάποια αρρώστια! 
Το δαχτυλίδι μ’ έχασα στην πρώτη την καμάρα 
Και ποιος θα μπει και ποιος θα βγει το δαχτυλίδι να ’βρει; 
-Να μη λυπάσαι μάστορα και μη στενοχωριέσαι 
Εμείς να είμαστε καλά και άλλες βέρες θα’ρθουν! 
-Τι συλλογιέσαι όμορφη, τι συλλογιέτ’ ο νους σου; 
Μήπως το νου σου έχασες, μήπως τη λογική σου; 
Εσύ θα μπεις και συ θα βγεις το δαχτυλίδι να ’βρεις! 
Τ’ άκουσε και υπάκουσε και στο ποτάμι μπαίνει. 
Αναστενάζει ο μάστορας, ραγίζετ’ η ψυχή του 
Και στο ποτάμι ευθύς χιμά έξω να τηνε βγάλει. 
Μες στην αγκαλιά της πέφτει, μπροστά της γονατίζει 
Ποτάμι τα δάκρυα τρέχουνε και με λυγμούς της λέγει: 
-Συγνώμ’ αγάπη μου ζητώ και να με συγχωρέσεις 
Γεφύρι με το αίμα σου θέλησα να στεριώσω… 
Συγχώρεση ξανά ζητώ, έλα να σ’ αγκαλιάσω! 
Πιάνουν κι οι μάστοροι μυστρί παίρνουν και τον ασβέστη 
Κι αγκαλιασμένοι οι μάστοροι σκοτώνονται παρέα 
Γιοφύρι να στεριώσουνε της Άρτας ξακουσμένο…

Θεοδώρα Σκουτέρη
*****************

III).Θυσιάζονται και οι δυο

Η λυγερή εφάνηκε από την άσπρη στράτα 
Τη βλέπει ο πρωτομάστορας και αναρωτιέται 
Πώς μπορώ να χτίσω την όμορφη γυναίκα μου; 
Αυτή χαρούμενη και ανέμελη τους χαιρετά. 
Πριν καλά καλά φτάσει η λυγερή στο γεφύρι 
Ο πρωτομάστορας της λέει την αλήθεια 
Πρέπει να σε χτίσουμε το έργο να στεριώσει 
Μα εγώ αποφάσισα να μην το κάνω αυτό 
Μα η λυγερή αποφάσισε να θυσιαστεί για το καλό... 
Ο πρωτομάστορας ξαφνιασμένος της απάντησε 
Αν θυσιαστείς εσύ θα θυσιαστώ και εγώ 
Μετά και οι δύο πήραν μεγάλη απόφαση 
Θυσιάστηκαν αγκαλιά για να χτιστεί το έργο. 

Ευαγγελία Αρωνιάδα 
************
IV).Ένα ομοίωμα σώζει τη γυναίκα
         Εμφανίζεται η όμορφη γυναίκα από την άσπρη στράτα. Τη βλέπει ο πρωτομάστορας σπαράζει η καρδιά του. Πλησιάζει η λυγερή τον πρωτομάστορα, τον ρωτά τι έχει και είναι στενοχωρημένος. Ο πρωτομάστορας άρχισε να της εξηγεί το γεγονός που τον στενοχώρησε. Η λυγερή μόλις αντιλήφθηκε το γεγονός στενοχωρήθηκε. Τότε του πρωτομάστορα του, ήρθε μια ιδέα: να φτιάξει ένα ομοίωμα της αγαπημένης του να μοιάζει αληθινό και η λυγερή να ανοίξει μια μικρή πληγή στο δάχτυλό της με ένα μαχαιράκι και να αφήσει να στάξει λίγο αίμα πάνω στο ομοίωμα. Δυστυχώς, κανένας δε συμφώνησε μαζί του.Ο πρωτομάστορας όμως δεν το έβαλε κάτω. Έκατσε όλο το βράδυ και έφτιαξε το ομοίωμα της αγαπημένης  του.
          Το επόμενο πρωί πήρε τη λυγερή και το ομοίωμα και ξεκίνησαν για της Άρτας το γιοφύρι… Κατέβασαν το ομοίωμα της λυγερής με τις αλυσίδες στην καμάρα. Παίρνει ο πρωτομάστορας το μαχαίρι και χαράσσει λίγο το δάχτυλο της αγαπημένης του και αφήνει το αίμα να στάξει πάνω στο ομοίωμα. «Ένας πιχάει με το μυστρί κι ο άλλος με τον ασβέστη παίρνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο»Το γιοφύρι στέριωσε, δεν ξαναγκρεμίστηκε. Και η λυγερή σώθηκε χάρη στο ομοίωμα που έφτιαξε ο αγαπημένος της

Σοφία  Τσιαβίκου 
**************

V).Γερό όσο η αγάπη τους!
      Η λυγερή γρήγορα ντύνεται, ετοιμάζεται και κατευθύνεται προς το γεφύρι. Μόλις την βλέπει ο πρωτομάστορας τρέχει να της πει να φύγει, μήπως γλιτώσει το χτίσιμο στο γεφύρι. Δεν προλαβαίνει καλά καλά να φτάσει και οι μάστορες την έχουν ήδη κατεβάσει χωρίς τη θέλησή της… Και όταν εκείνος θλιμμένος και θυμωμένος τους ρωτάει γιατί το έκαναν, απαντούν ότι είναι για το καλό του γεφυριού και των κατοίκων. 
       Μόλις την αντικρίζει ο μάστορας της εξηγεί όλα τα γεγονότα που συνέβησαν με το πουλί, ζητώντας της συγγνώμη γιατί δεν την είχε προειδοποιήσεινωρίτερα. Η γυναίκα του με δάκρυα συγκίνησης για την αγάπη που της έδειχνε ο σύζυγός της, τον συγχωρεί. Εκείνος, όμως, δεν αρκείται σ’ αυτό. Πέφτει κι αυτός στην κάμαρα και ξανανταμώνεται με τη λυγερή! Έπειτα ζητάει να τουςχτίσουν και τους δύο μαζί με την ευχή το γεφύρι να’ ναι τόσο γερό όσο η αγάπη τους… 

Ειρήνη Βαρεμένου-Δήμητρα Πασιά
************

VI). Δε χρειάζεται ανθρωποθυσία
         Η γυναίκα του πρωτομάστορα, φάνηκε να έρχεται από την άσπρη στράτα. Όταν την είδε ο πρωτομάστορας άρχισε να κλαίει. Η λυγερή μόλις είδε τους μαστόρους, τους χαιρέτησε και πήγε κατευθείαν στον πρωτομάστορα. Εκεί τον είδε λυπημένο, με δάκρυα στα μάτια και τον ρώτησε τι έχει. Αυτός της τα είπε όλα, όμως δεν ήθελε να την χάσει ώστε να κτιστεί το γεφύρι. Η αγάπη που είχε ο ένας για τον άλλο δεν τους το επέτρεψε. Ήρθε ξανά το πουλί από τον ουρανό με νέο μήνυμα αυτή τη φορά. Το μήνυμα, που έφερε έλεγε ότι η αγάπη τους ήταν ο θεμέλιος λίθος για να κτιστεί το γεφύρι. Δε χρειάζεται η ανθρωποθυσία! Έτσι στέριωσε το γεφύρι  και ακόμα και σήμερα παραμένει ζωντανό. 

Δημήτρης Κουτσομπίνας
******************
Κλείνοντας παραθέτω το τέλος από το δημοτικό τραγούδι της Αλβανίας που αναφέρεται στο κάστρο της Ροζάφα:

Το χτίσιμο του κάστρου της Ροζάφα
[…]
Μόλις σίμωσε στα τείχη
Τα σφυριά με μιας σωπάσαν
Οι καρδιές πια δεν χτυπάνε
Και τα πρόσωπα χλωμιάσαν.
Ο άντρας της ως τη θωρεί
Βλαστημά και ρίχνει πέρα
Μες τα τείχη το σφυρί.
«Γιατί καλέ μου το πετάς;»
«Σένα διάλεξε η μοίρα
Να χαθείς στη λησμονιά!»
«Αδέρφια τ’ άντρα μου καλά
Να πω τα στερνά μου λόγια:
Σαν με χτίσετε στο τείχος
Το ’να χέρι αφήστε μου έξω
Έξω αφήστε μου ένα μάτι
Βγάλτε μου έξω το ’να πόδι
Έξω αφήστε μου ένα στήθος
Γιατί αφήνω το παιδί μου
Κι αν αρχίσει να μου κλαίει
Το προσέχω με το μάτι,
Το χαϊδεύω με το χέρι,
Το βυζαίνω με το στήθος
Το κουνάω με το πόδι.
Κι ας γεννώ η άλλη πέτρα
Να στεριώσει αυτό το Κάστρο
Και να το χαρεί ο γιος μου,
Τρανός σαν γίνει βασιλιάς
Να ’ρχεται εδώ να πολεμά!».

*****************


φωτο: Από τη σχολική εκδρομή του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός» στο Γεφύρι της Άρτας

Η Σοφία Τσιαβίκου, μαθήτρια Γ τάξης, διαβάζει την παραλογή « Το Γεφύρι της Άρτας» 

Ομαδική φωτογραφία πάνω στο Γεφύρι της Άρτας. Η Γ τάξη και οι συνοδοί καθηγητές: Αγγέλη Μ., Μπέστιας Γ., Παπάς Β. (21/12/2018).

Ομαδική φωτο: με φόντο το γεφύρι της Άρτας!

Ομαδική φωτογραφία πάνω στο γεφύρι της Άρτας. Η Β Τάξη και οι συνοδοί:Γ.Κομπορόζος, Μ. Αγγέλη, Σ. Χονδρού, Ε. Χορμόβα.(6/3/2019)

Στο γεφύρι της Άρτας… Ειρήνη Χορμόβα και Μαρία Αγγέλη