Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Καζαντζάκης - Ζορμπάς. Μια αληθινή φιλία, του Γιώργου Στασινάκη. Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη

Καζαντζάκης - Ζορμπάς. Μια αληθινή φιλία, του Γιώργου Στασινάκη.  Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη
Καζαντζάκης -Ζορμπάς. Μια αληθινή φιλία, του Γιώργου Στασινάκη
Γράφει η δρ Μαρία Ν. Αγγέλη
02
Φωτο: Γιώργος Στασινάκης, Γεωργία Καψάλα, Μαρία Αγγέλη

«Αποφάσισα να μάθω περισσότερα γι’ αυτή τη φιλία [Καζαντζάκη-Ζορμπά]. Συμβουλεύτηκα αρχεία, περιοδικά, βιβλία, και ήλθα σε επαφή στην Ελλάδα και στα Σκόπια με εγγόνια και δισέγγονα του Ζορμπά. Ύστερα από δεκάχρονη έρευνα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι, με την ευκαιρία του εορτασμού των 60 χρόνων από το θάνατο του Καζαντζάκη, θα  ήταν ενδιαφέρον να συγκεντρώσω όλες τις πληροφορίες σε ένα βιβλίο. Δεν πρόκειται για λογοτεχνικό ή ακαδημαϊκό έργο, αλλά για μια μαρτυρία όπου εκθέτω τις διαφορές ανάμεσα στο μυθιστόρημα και την πραγματικότητα και περιγράφω τη μεγάλη φιλία των δύο ανδρών».
Αυτά αναφέρει σε δημοσιευμένη συνέντευξή του ο συγγραφέας του βιβλίου Γιώργος Στασινάκης.
Σύντομη αναφορά στο συγγραφέα:
O Γιώργος Στασινάκης γεννήθηκε στην Καλαμάτα. Σπούδασε στη Γαλλία Πολιτικές Επιστήμες και Νομικά. Είναι ιδρυτής και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη (Δ.Ε.Φ.Ν.Κ.) με έδρα τη Γενεύη. Είναι μέλος της Διεθνούς Ένωσης Γαλλόφωνου Τύπου. Έχει λάβει τιμητικές διακρίσεις στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό. Είναι ένας από τους σημαντικούς δωρητές του Μουσείου Νίκου Καζαντζάκη στη Μυρτιά της Κρήτης. Eίναι και πολλά ακόμα… Και κυρίως είναι ένας πρεσβευτής του ελληνικού πολιτισμού. Διασχίζει ωκεανούς και ηπείρους  για τη διάδοση του έργου και της σκέψης του Καζαντζάκη.
Ο Γιώργος Στασινάκης μετά από πολύχρονη έρευνα φέρνει στο φως στοιχεία για τη γνωριμία, την αλληλεπίδραση και την αληθινή φιλία των δύο ανδρών: Καζαντζάκη και Ζορμπά.
Το βιβλίο του έχει τίτλο: Καζαντζάκης - Ζορμπάς. Μια αληθινή φιλία, εκδόσεις Καστανιώτη.
Ο Γιώργος Στασινάκης στηρίζεται σε ντοκουμέντα και μαρτυρίες και ανασυνθέτει την αληθινή φιλία ανάμεσα στους δύο άνδρες. Δίνει τα βιογραφικά στοιχεία τους μέχρι τη συνάντηση στο Άγιο όρος το 1914 και στη συνέχεια αναφέρει τις συνεργασίες τους:
Πρώτη συνεργασία: η επιχείρηση ξυλείας στο Άγιο όρος 1915.Για την επιχείρηση αυτή αναφέρει ο Καζαντζάκης σε μια σωζόμενη επιστολή του προς τον Κεφαλονίτη φίλο του Γιάννη Ζερβό:
«Αγαπητέ κ. Ζερβέ, μου παραχώρησαν μια μικρή σκήτη (από τρία δωμάτια με κουζίνα) και με κομψοτάτη εκκλησούλα (στασίδια, καντήλια κλπ.) Και μένω μαζί μ’ ένα φίλο μου που βρήκα εδώ να ενεργεί μια μεγάλη επιχείρηση ξυλείας με κεφάλαιά μου…» (φίλος του είναι ο Ζορμπάς).
 Δεύτερη συνεργασία: η επιχείρηση του λιγνιτωρυχείου στην Πραστοβά της Δυτικής Μάνης 1917. Ο Ζορμπάς, στον οποίο ο Καζαντζάκης είχε απόλυτη εμπιστοσύνη, φτάνει πρώτος στην Πραστοβά. Τον ακολουθεί και ο Καζαντζάκης, αφού πρώτα ετοίμασε τα συμβόλαια στην Αθήνα. Οργανώνεται το λιγνιτωρυχείο, ανοίγουν γραφεία, προσλαμβάνουν εργάτες. Ο  Καζαντζάκης και ο Ζορμπάς αγάπησαν τους κατοίκους και αυτοί τους ανταπέδωσαν. Οι κάτοικοι θυμούνται τον Ζορμπά ως άνθρωπο γλεντζέ και δουλευταρά. Ο Καζαντζάκης ασχολιόταν περισσότερο με το έργο του. Η Ελένη Καζαντζάκη γράφει για την Πραστοβά στο βιβλίο της : ο Ασυμβίβαστος, Εκδόσεις Καζαντζάκη, Αθήνα 1998 :
«Οι γέροντες στη Μάνη θυμούνται ακόμα το Ζορμπά και τον Καζαντζάκη και μου ’δειξαν το ερειπωμένο τώρα καλύβι τους. Μου ’δειξαν τη σπηλιά, όπου ο Νίκος έβρισκε καταφύγιο, για να διαβάσει και να γράψει. Θυμούνται ακόμα πολύ καλά τον Άγγελο Σικελιανό, τη βαριά μελωδική φωνή του, όταν απάγγελε στίχους του, και πως κοιμόταν σε μια εξέδρα, που είχαν ξεπίτηδες φτιάξει πάνω από τα κύματα. Όπως μου την είχε περιγράψει ο Νίκος τη μικρή τούτη ακρογιαλιά της Πραστοβάς, έτσι τη βρήκα…». [Παρατίθεται στη σελίδα 26, του βιβλίου]
 Τρίτη συνεργασία: η αποστολή επαναπατρισμού των 150.000 Ποντίων του Καυκάσου, που ανέλαβε ο Καζαντζάκης το 1919 ως Γενικός Διευθυντής του νεοσύστατου τότε Υπουργείου Περιθάλψεως. Παίρνει συνεργάτες Κρητικούς και το Ζορμπά. Επαναπατρίζονται οι Έλληνες και εγκαθίστανται στη Θράκη και στη Μακεδονία.
Μετά οι δρόμοι των δύο φίλων χωρίζονται. Ο Ν. Καζαντζάκης συνεχίζει τα ταξίδια του και γράφει… Ο Γ. Ζορμπάς εγκαθίσταται στη Σερβία και δουλεύει σε ορυχείο. Ήταν γνωστός στα Σκόπια όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια, για την καλοσύνη, την εργατικότητα  και την αγάπη προς τους ανθρώπους. Πέθανε το 1941 και ενταφιάστηκε εκεί. Τότε ο Καζαντζάκης άρχισε να γράφει «το συναξάρι» του φίλου του… Το 1997 ο Μίκης Θεοδωράκης πηγαίνει στο μνήμα του Ζορμπά και αποθέτει ένα μπουκέτο γαρύφαλλα. Από το 2004 και μετά η Δ.Ε.Φ.Ν.Κ. τιμά το Ζορμπά με διάφορες εκδηλώσεις στα Σκόπια.
Η αλληλογραφία των δυο φίλων: Ο Γ. Στασινάκης παραθέτει 3 επιστολές του Ζορμπά που βρέθηκαν στο αρχείο του Καζαντζάκη. Δημοσιεύονται με την «ανορθόγραφη» ορθογραφία του αποστολέα τους. (Γνωρίζουμε ότι ο Ζορμπάς δεν ήταν γραμματισμένος…). Οι επιστολές αυτές δίνουν στοιχεία για τη ζωή του Ζορμπά και αποκαλύπτουν το χαρακτήρα, την αγάπη και την εκτίμηση του προς τον Καζαντζάκη. Είναι σίγουρο ότι υπήρξαν και επιστολές του Καζαντζάκη προς το Ζορμπά, οι οποίες δεν σώζονται. Οι επιστολές αποδεικνύουν ότι η φιλία παρά την απόσταση διατηρείται…
Το βιβλίο αναφέρεται και στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα του Καζαντζάκη, Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, 1946 και στην ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη: Ζορμπάς ο Έλληνας, 1964, που ανέδειξαν το Ζορμπά σε παγκόσμιο σύμβολο!
Και στο τελευταίο βιβλίο του Αναφορά στο Γκρέκο, ο Καζαντζάκης αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο Ζορμπά, όπου ο ίδιος αποτίει φόρο τιμής στο φίλο του…
Απόδειξη ότι δεν τον ξέχασε ποτέ! Παραθέτω ένα απόσπασμα με την  αναγγελία του θανάτου του Ζορμπά: «Είμαι ο δάσκαλος του χωριού, και σας γράφω για να σας αναγγείλω τη θλιβερή είδηση πως ο Αλέξης Ζορμπάς, που ’χε εδώ ορυχείο λευκόλιθου, πέθανε την περασμένη Κυριακή στις 6 το απόγευμα. Στο ψυχομάχημά του με φώναξε: «Έλα εδώ δάσκαλε», μου ’πε, «έχω τον τάδε φίλο στην Ελλάδα, άμα πεθάνω, γράψε του πως πέθανα και πως ως την τελευταία μου στιγμή τα ’χα σωστά τα μυαλά μου, τετρακόσια, και τον θυμόμουν…»[…] Έκλεισα τα μάτια κι ένιωθα αργά, ζεστά να κυλούν στα μάγουλά μου δάκρυα. «Πέθανε, πέθανε, πέθανε…» μουρμούριζα «ο Ζορμπάς, ποτέ πια! Πέθανε το γέλιο, κόπηκε το τραγούδι, έσπασε το σαντούρι, κόπηκε ο χορός απάνω στα χοχλάδια της θάλασσας, γέμισε το χώμα το αχόρταγο στόμα που αγιάτρευτα διψασμένο ρωτούσε, ποτέ πια δε θα βρεθεί πιο τρυφερό, πιο πολυκάτεχο χέρι να χαδέψει την πέτρα, τη θάλασσα, το ψωμί, τη γυναίκα…»
Στο Επίμετρο του βιβλίου του Γ.Σ. καταγράφεται α) μαρτυρία της Εβίτα Κεχαγιά – Βαρελά, δισέγγονης του Ζορμπά. Παραθέτω ένα απόσπασμα,  σελίδα 72:
«Ο πρώτος έζησε, χόρεψε, ερωτεύτηκε, ταξίδεψε, δούλεψε και επηρέασε ένα γίγαντα της σκέψης. Ο δεύτερος διάβασε, ταξίδεψε, στοχάστηκε και προσέφερε με το έργο του στις ψυχές των ανθρώπων όλου του κόσμου».
β) Περιλαμβάνονται επίσης αποσπάσματα άρθρων και βιβλίων που αναφέρονται στον Καζαντζάκη και το Ζορμπά: του Γιάννη Αναπλιώτη, του Σωτήρη Γυφτάκη, του Πάνου Σγουρέα, του Γιάννη Γουδέλη, του  Παναγιώτη Φωτέα.
Κλείνοντας να τονίσω ότι αυτή η έκδοση είναι πολύ σημαντική:
1ον. Ένα ακόμα βιβλίο προστίθεται στη βιβλιογραφία για τον Καζαντζάκη και το Ζορμπά. Ο άοκνος και δημιουργικός Γιώργος Στασινάκης με ντοκουμέντα και μαρτυρίες καταδεικνύει την αληθινή φιλία των δύο ανδρών. Σημαντικές είναι και  οι μαρτυρίες των εγγονών και δισεγγονών του Ζορμπά.
2ον. Αυτό το βιβλίο διευκρινίζει στον αναγνώστη ποια είναι η αλήθεια για τη γνωριμία και τη φιλία του Καζαντζάκη με το Ζορμπά και ποια είναι η μυθοπλασία στο αριστουργηματικό έργο του συγγραφέα για το Ζορμπά, Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Εκδόσεις Δημητράκου 1946. «Το απόλυτο best seller της νεοελληνικής πεζογραφίας». Έτσι το χαρακτηρίζει ο Θανάσης Αγάθος, Επίκουρος Καθηγητής Ν. Φιλολογίας στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών που γράφει την εισαγωγή τούτου του βιβλίου.
3ον. Το φωτογραφικό υλικό και οι επιστολές του Ζορμπά προς τον «αγαπητό κύριο Καζαντζάκη», όπως τον προσφωνεί, αποτελούν σημαντικά στοιχεία του βιβλίου. Πολύ χρήσιμα για έναν αναγνώστη και κυρίως για έναν μελετητή του Καζαντζάκη.
Κλείνω με χαρακτηριστικές φράσεις των δύο φίλων:
Αφεντικό άνθρωπο δεν αγάπησα σαν εσένα»! Ζορμπάς
-«Ο Ζορμπάς μ’ έμαθε ν’ αγαπώ τη ζωή και να μη φοβoύμαι το θάνατο». Καζαντζάκης

Κύριε Στασινάκη, καλοτάξιδο το βιβλίο σας. Περιμένουμε το επόμενο που είναι υπό έκδοση και αναφέρεται στον Καζαντζάκη!
03
Φωτο: Μ.Αγγέλη, Γ.Στασινάκης, Μ.Παπαγεωργίου, Γ.Καψάλα
04
Φωτο: Γιώργος Στασινάκης, Έφη Τσακανίκα, Φρίντα Κολοβού-Μήτσιου
Σημείωση: Το κείμενο εκφωνήθηκε από τη γράφουσα σε εκδήλωση για τον Νίκο Καζαντζάκη : «Ο Νίκος Καζαντζάκης στη Λογοτεχνία και στην Πολιτική». Η εκδήλωση διοργανώθηκε από το Δήμο Αγρινίου και την Διεθνή Εταιρεία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη. Πραγματοποιήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2019,ημέρα Τετάρτη και ώρα 8:00 μ.μ. στην αίθουσα εκδηλώσεων της Παλαιάς Δημοτικής Αγοράς.
Το Πρόγραμμα της εκδήλωσης περιλάμβανε παρουσιάσεις δύο βιβλίων:
 α) ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ-ΖΟΡΜΠΑΣ.ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΦΙΛΙΑ
 β) Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ  ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Το βιβλίο παρουσίασε η φιλόλογος  Γεωργία Καψάλα.
Και γ) Διάλεξη του Προέδρου της Δ.Ε.Φ.Ν.Κ.,  Γεωργίου Στασινάκη με θέμα:
«Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ».
δ)Ακολούθησε ενδιαφέρουσα συζήτηση με τους παρευρισκόμενους. Ο Γ. Στασινάκης απάντησε σε ερωτήσεις που δέχτηκε και μοιράστηκε μαζί τους σημαντικά βιώματά του ως μελετητής του Καζαντζάκη και Πρόεδρος της Δ.Ε.Φ.Ν.Κ.
Την εκδήλωση συντόνισε η Μ. Αγγέλη, ως πρόεδρος της τοπικής επιτροπής της Δ.Ε.Φ.Ν.Κ. του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Κύριος σκοπός της Δ.Ε.Φ.Ν.Κ. είναι η προώθηση του έργου και της σκέψης του μεγάλου συγγραφέα και ποιητή Νίκου Καζαντζάκη.
 05

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019

ZOPΜΠΑΣ: Η ΦΙΛΙΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ- Και η γνωριμία μου με τους μαθητές…

ZOPΜΠΑΣ: Η ΦΙΛΙΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ 
Και η γνωριμία μου με τους μαθητές…

Ένα κείμενο των μαθητών και της καθηγήτριας του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου

Γράφει η: Δρ  Μαρία Ν. Αγγέλη



     «Όπου μια μέρα έλαβα ένα τηλεγράφημα: «Εύρον πρασίνην πέτραν ωραιοτάτην, ελθέ αμέσως. Ζορμπάς» […]
Ακολούθησα την κρύα ανθρώπινη φωνή του λογικού, πήρα την πένα κι έγραψα του Ζορμπά και του εξηγούσα… […]
     Κι’ αυτός μου αποκρίθηκε: «Είσαι, και να με συμπαθάς, αφεντικό, καλαμαράς. Μπορούσες κι εσύ, κακομοίρη, μια φορά στη ζωή σου να δεις μιαν όμορφη πράσινη πέτρα και δεν την είδες. Μα το Θεό, κάθουμαι κάποτε, όταν δεν έχω δουλειά, και λέω με το νου μου: «Υπάρχει, δεν υπάρχει Κόλαση;» μα χτες που έλαβα το γράμμα σου, είπα: «Σίγουρα πρέπει να υπάρχει Κόλαση για μερικούς καλαμαράδες!». 

[Αναφορά στον Γκρέκο, Ν. Καζαντζάκης].

Η ΦΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
          Ο Γιώργης Ζορμπάς γνωρίστηκε με τον Καζαντζάκη το 1914 στο Άγιο Όρος. Το 1917  κατεβαίνει στην Πραστοβά και μπαίνει ως αρχιεργάτης στη δούλεψη του Καζαντζάκη σε μια επιχείρηση εκμετάλλευσης λιγνιτωρυχείου κοντά  στη Στούπα της Μεσσηνίας. Ο νεαρός τότε διανοούμενος Ν. Καζαντζάκης και ο μεσήλικας εργάτης Γ. Ζορμπάς δέθηκαν με μια δυνατή φιλία............



              Το 1918 το ορυχείο δυστυχώς χρεοκοπεί και κλείνει. Η εκμετάλλευση του λιγνιτωρυχείου στη Μεσσηνιακή Μάνη δεν απέδωσε. Απέδωσε όμως η σχέση των δύο ανδρών που έγινε αληθινή φιλία και κράτησε μέχρι το θάνατο του Ζορμπά (1941).
            Η σχέση των δύο ανδρών με τη Μάνη και τους Μανιάτες απέδωσε αργότερα και στην ίδια την περιοχή και στους κατοίκους. Μετά τη μετάφραση σε πολλές γλώσσες του βιβλίου του Καζαντζάκη: «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» και την προβολή της ταινίας του Κακογιάννη: Zorba the Greek, πολλοίτουρίστες ζητούσαν και ζητούν ακόμα να γνωρίσουν το μέρος που έζησαν ο Καζαντζάκης και ο Ζορμπάς
      Την  Πραστοβά, την Καλογριά με τη χρυσή άμμο, το Γόλεδο, τη Σπηλιά του Καζαντζάκη και τα άλλα μέρη… Πρόκειται για μνημονικούς τόπους των δύο: Καζαντζάκη-Ζορμπά. Οι μνημονικοί τόποι γίνονται λατρευτικοί τόποι για κάποιους τουρίστες, όπως διαβάζουμε στο κείμενο του Πάνου Σγουρέα που αναδημοσιεύεται στο βιβλίο του Γ. Στασινάκη: Καζαντζάκης–Ζορμπάς. Μια αληθινή φιλία. Εκδόσεις Καστανιώτη 2017. 
        «Χαρακτηριστικά θυμάμαι μια ομάδα φοιτήτριες από τη Γαλλία, που φιλούσαν τους τοίχους του σπιτιού που έζησε ο Ζορμπάς πάνω από την πηγή του Πρίγκιπα, ενώ έριχναν στο κεφάλι τους, σαν αγίασμα, νερό από την πηγή που βρίσκεται κάτω από το ύψωμα που ήταν η καλύβα του Καζαντζάκη…»
       Αναπτύχτηκε ο Λογοτεχνικός τουρισμός στην περιοχή, θα λέγαμε, μεαφορμή ένα βιβλίο και μία ταινία… 
     Αυτό θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την προσέλκυση τουριστών σε όλα τα μέρη που έζησε ο πολυδιαβασμένος ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ. Μυρτιά, Ηράκλειο, Αθήνα, Στούπα, Αίγινα… 
      Ίσως οι αρμόδιοι φορείς σε συνεργασία με τη Διεθνή Εταιρία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη, ΔΕΦΝΚ, αξιοποιήσουν αυτή τη δυνατότητα…

ΕΙΚΟΝΑ: Ο Άντονι Κουίν- «Ζορμπάς» χορεύει συρτάκι!
Ο ΖΟΡΜΠΑΣ ΣΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΜΑΘΗΤΩΝ
            Στη Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ Γυμνασίου ανθολογείται ένα σύντομο απόσπασμα από το βιβλίο του Καζαντζάκη:

        Ο αφηγητής αναφέρει τη συνάντηση και τη γνωριμία με το Ζορμπά σ’  ένα καφενεδάκι στον Πειραιά όπου περιμένει να πάρει το πλοίο για την Κρήτη. Μέσα από την κουβέντα με έκπληξη μαθαίνει ότι ο μεσήλικας κουβαλάει μαζί του το σαντούρι με το οποίο η σχέση του είναι ερωτική… Ο αφηγητής ακούγοντας την ιστορία του συνομιλητή του είναι βέβαιος ότι αυτόν τον άνθρωπο ζητούσε και θα τον πάρει μαζί του στην Κρήτη… Η φαντασία του συγγραφέα αποτυπώνει στη λογοτεχνία με αυτό τον τρόπο τη γνωριμία και την αρχή της φιλίας των δύο ανδρών…
Ν. Καζαντζάκης - Αλέξης Ζορμπάς: Η γνωριμία

         Δίδαξα το κείμενο στους μαθητές του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός». Μετά την ανάλυση και το σχολιασμό του κειμένου προέτρεψα τα παιδιά να γράψουν  μία άσκηση δημιουργικής γραφής: 
 «Ο Ζορμπάς αφηγείται τη γνωριμία του με το Νίκο Καζαντζάκη.
     Να γράψετε ένα κείμενο 150 περίπου λέξεις λαμβάνοντας υπόψη σας το απόσπασμα του σχολικού βιβλίου».
      Οι μαθητές και μαθήτριες ανταποκρίθηκαν και με τη δική τους μυθοπλασία έδωσαν δείγματα γραφής. Ενδεικτικά παραθέτω:

i)-Όταν μπήκα σ’ αυτό το καφενεδάκι για να πιω ένα ρούμι αντίκρισα έναν άντρα πάνω από ένα βιβλίο. Ήταν διαφορετικός από τους άλλους. Μου τράβηξε αμέσως την προσοχή και πήγα προς το μέρος του. Τον ρώτησα αν πήγαινε ταξίδι κι αν ναι, πού; Μου ’πε στην Κρήτη. Του λέω: -πάρε με μαζί σου! 
          Αφού κάθισα μαζί του, παράγγειλα το ρούμι μου και συνεχίσαμε την κουβέντα. Με ρώτησε τι δουλειές κάνω, για το σαντούρι μου, για την ιστορία πίσω από αυτό… Κι εγώ επέμεινα να με πάρει μαζί του. Ένας άνθρωπος των γραμμάτων θα ντρεπόταν να έχει εμένα δίπλα του…
        Του απάντησα σε όλα. Του ’πα για μένα, για το αφεντικό μου… Σε όλα γελούσε… Φαίνεται τον έκανα χαρούμενο με αυτά που του ’λεγα. Τέλος έβγαλα το σαντούρι για να το δει και το ξανάβαλα μέσα στο σάκκο. Δεν έπαιξα. Δεν είχα μεράκι να παίξω εκείνη τη στιγμή…
Κωνσταντίνα Μήτσου

ii)-Φίλε Μήτσο, τι κάνεις μωρέ χάθηκες;
   -Δεν ξέρεις τι μου ’τυχε! Πήγα μέχρι τον Πειραιά με το σαντούρι μου και συνάντησα έναν τύπο, τον Νίκο Καζαντζάκη!
      Θα μου πεις τώρα ποιος είναι αυτός; -Είναι ένας καλαμαράς, πολύ καλό παιδί. Με κέρασε ένα ρούμι όταν πήγα στο καφενείο και μου ’κανε παρέα. Με  ρώτησε κιόλας για το σαντούρι μου και ’γω του ’πα την ιστορία μου. Εν τω μεταξύ είχε συγκινηθεί από το σαντούρι παρόλο που είναι ένας πλούσιος άνθρωπος, διαβασμένος, με όνομα και διαφορετικός από μένα. Εμένα πάντως δε μου έκανε και πολλή εντύπωση το ότι ήταν ποιητής. Δεν είναι κάτι δύσκολο πιστεύω! 
        Καθώς μιλούσαμε, το ’φερε η συζήτηση και μου ’πε ότι θα πήγαινε στην Κρήτη. Από κει ήταν. Του ’πα να με πάρει μαζί του, αλλά στην αρχή δεν δεχότανε. Όμως αφού έμαθε τι έχω περάσει στη ζωή μου, δέχτηκε. Του ’πα για το ξύλο με τ’ αφεντικό μου, του ’πα για τις αντιρρήσεις του πατέρα μου για το σαντούρι, ότι βρήκα ένα τούρκο και μ’ έμαθε  σαντούρι. Του εξήγησα ότι εγώ όταν δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα, εγώ ήμουν με το σαντούρι και ηρεμούσα και δεν έκανα τίποτα.
        Μετά απ’ όλη αυτή τη συζήτηση ο Νίκος δέχτηκε να με πάρει στην Κρήτη και έτσι μπόρεσα να βρω ένα μαγαζί και να παίζω σαντούρι, να κονομάω πολλά φράγκα…              
Σεραφείμ Σεφεριάδης

 iii)-Θαρρώ πως ήταν χάραμα όταν μπήκα σ’ έναν καφενέ στο λιμάνι κι αντίκρισα για πρώτη φορά τον Καζαντζάκη. Δεν ξέρω το γιατί, αλλά σίμωσα κοντά του και το μόνο που του είπα ήταν να με πάρει μαζί του. Είχα πεθυμήσει να ταξιδέψω κι όταν έμαθα πως τράβαγε για Κρήτη δεν κρατήθηκα. Του το ’πα! 
          Κείνος καθωσπρέπει κύριος με το κοστούμι και κάτι φυλλάδες στα χέρια με κοίταξε απ’ την κορυφή ως τα νύχια. Θέλησε να μου πληρώσει το φασκόμηλο, μα γω σαν άντρας πήρα ρούμι. Είχε όρεξη για κουβέντα, ούτε εγώ πήγαινα πίσω! Ήθελε να μάθει για τη δουλειά μου, για χίλια δυο πράγματα (ψιλά γράμματα για μένα). 
          Αυτό που του ’ξιστόρησα με το νι και με το σίγμα ήταν το σαντούρι μου. Αλλά, κατά πως φάνηκε, δε λογάριαζε τι πα να πει σαντούρι.  Πολλά φρόνιμος ήταν, εγώ περονόσπορος που τα κάνω όλα μπούλβερη και κουρνιαχτό, μα ταιριάζαμε… Να το ξηγήσω όμως δε μπορώ! Τα ρίχνω όλα στο ριζικό μας! 
Σκουτέρη Θεοδώρα

iv)-Σήμερα γνώρισα στον Πειραιά έναν συγγραφέα. Τον λέγαν Νίκο Καζαντζάκη. Τον ρώτησα πού πήγαινε και του ζήτησα να με πάρει μαζί του να βρω κι εγώ καμμιά δουλειά να κάνω. Δε μου απάντησε αμέσως. Πήγαμε μαζί σ’ ένα καφενεδάκι λίγο πιο δίπλα να πιούμε κάτι. 
       Με ρώτησε αν θα πιώ φασκόμηλο. Γέλασα! Φώναξα το σερβιτόρο και του είπα να φέρει ρούμι να το φχαριστηθούμε. Ο Νίκος αρνήθηκε βέβαια και ήπιε το φασκόμηλό του. Στη συνέχεια του μίλησα για τη δουλειά που μ’ έδιωξαν επειδή χτύπησα τ’ αφεντικό. Κουβαλούσα και μια τσάντα με το σαντούρι μου, αλλά πού να ξέρει αυτός από σαντούρι. Του μίλησα και γι’ αυτό. Πού, πότε, πώς έμαθα να παίζω..Με κέρασε ένα τσιγάρο. Καλός άνθρωπος… 
       Τέλος του ανέφερα ότι παντρεύτηκα, αλλά ο γάμος έχει σκοτούρες… Νομίζω το κατάλαβε. Έπαιξα λίγο σαντούρι έτσι για το κέφι ρε παιδί μου. Αυτό που έχω να πω όμως είναι ότι δύσκολα βρίσκεις τόσο καλούς ανθρώπους, σαν το Νίκο στη ζωή σου…
Βασίλης Κούρτης

         v)-Σήμερα καθώς πήγα στον Πειραιά να πάρω το πλοίο της γραμμής για την Κρήτη είδα στο καφενείο έναν μοναχικό άνθρωπο που κρατούσε κάτι βιβλία. Τον πλησίασα και τον ρωτάω πώς τον λένε. Αυτός ξαφνιάστηκε στην αρχή. Δεν κατάλαβα το λόγο. Αλλά μου είπε ότι τον λένε Καζαντζάκη Νίκο κι ότι είναι από την Κρήτη. Σε λίγα λεπτά γίναμε φίλοι. Αυτός ρωτούσε να μάθει τα πάντα για μένα κι εγώ του απαντούσα. Και τελικά μετά από ώρα έμαθε τα πάντα για τη ζωή μου και για το σαντούρι μου.
     Στη συνέχεια προσπάθησα να μάθω κι εγώ για τη ζωή του. Φαίνονταν ένας άνθρωπος καλλιεργημένος και ευδιάθετος γιατί συνέχεια ρωτούσε να μάθει για μένα…
       Βέβαια εγώ ένας αγράμματος τι μπορώ να ρωτήσω από αυτόν τον άνθρωπο; Μου φαινόταν ότι είχε βρει σε μένα κάτι που δεν είχε βρει στους άλλους ανθρώπους και ’μένα μου άρεσε πολύ αυτό.
Έτσι γίναμε πολύ καλοί φίλοι… 
Θανάσης Τσακαρδάνος

    vi)-Τον πρωτογνώρισα στον Πειραιά. Καθώς ψάρευα νωρίς το πρωί. ήρθε και με πλησίασε. Ήταν ψηλός, καλοντυμένος και φαινόταν άνθρωπος μορφωμένος. Του πρόσφερα την καλή ψαριά να αγοράσει αστακούς, χταπόδια, μύδια και καλαμάρια. Εκείνος δεν ενδιαφέρθηκε για ψάρια αλλά μου άνοιξε κουβέντα. Με ρώτησε για τη ζωή μου, αν είναι δική μου η βάρκα και για το σαντούρι που είχα μαζί μου. Πολύ αδιάκριτος μου φάνηκε. 
          Τελικά του είπα για την οικογένειά μου, για τα ταξίδια που κάνω με τη βάρκα μόνος μου, μέρες ολόκληρες και φυσικά για το σαντούρι μου  που τόσο αγαπώ!  Του φάνηκαν ενδιαφέροντα αυτά που έλεγα και μου ζήτησε να παίξω λίγο. Όμως  εγώ ένιωθα σα να μου έπαιρναν συνέντευξη… Τον κέρασα ένα ρούμι να πιει να ζεσταθεί και τελικά μου είπε τι ήθελε από μένα. Έψαχνε μια βάρκα για την Κρήτη και έναν συνοδοιπόρο να πάνε μαζί. 
      Είχε βρει τον κατάλληλο άνθρωπο. Φυσικά και δέχτηκα και πήγα μαζί του. Από τότε έχω ζήσει τις καλύτερες μέρες της ζωής μου με τον Καζαντζάκη…                
Δήμητρα Πασιά

vii)-Εγώ είδα το Νίκο Καζαντζάκη να κάθεται μόνος του σε ένα καφενείο. Πήγα και τον ρώτησα αν πάει ταξίδι και μου απάντησε ότι πάει Κρήτη. Του λέω: -Πάρε με μαζί σου. Αυτός φαινόταν μελετημένος άνθρωπος και ευγενικός. Μου είπε να κάτσω δίπλα του. Αυτός πήρε φασκόμηλο και εμένα με κέρασε ρούμι. Μου πρότεινε φασκόμηλο αλλά εγώ του είπα: δεν έχω πονόλαιμο!
        Με ρώτησε για τη ζωή μου. Του είπα για μένα και για το σαντούρι όλη την ιστορία. Ο Νίκος με άκουγε με προσοχή και με κοιτούσε. Εμείς ταιριάζαμε παρόλο που ήμασταν διαφορετικοί χαρακτήρες… Θα μπορούσα να πω πως γίναμε φίλοι. Είμαι πολύ τυχερός που γνωρίστηκα μ’ αυτόν τον σπουδαίο άνθρωπο!
Λαμπρινή Θώδη

*****************************************************
«Ο ΖΟΡΜΠΑΣ  μ’ έμαθε  ν’ αγαπώ τη ζωή και να μη φοβούμαι το θάνατο» 
Ν.ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«ΑΦΕΝΤΙΚΟ, άνθρωπο δεν αγάπησα σαν εσένα» 
ΖΟΡΜΠΑΣ


Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

Η ΓΥΝΑΙΚΑ στα Δημοτικά μας Τραγούδια…  


Γράφει η δρ Μαρία  Ν.  Αγγέλη




          Φέτος, το σχολικό έτος 2018-2019, για τρίτη χρονιά υλοποιείται σταΓυμνάσια της Eλλάδας Θεματική Εβδομάδα με τίτλο: "ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ"
        Ο θεσμός της Θεματικής Εβδομάδας αποσκοπεί στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των μελών της σχολικής κοινότητας σε ζητήματα που άπτονται της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη και κατά το τρέχον έτος εστιάζει σε πέντε βασικούς άξονες: α)-Διατροφή και ποιότητα ζωής,   β)-Πρόληψη του εθισμού και των εξαρτήσεων γ)-Έμφυλες ταυτότητες δ)-Κυκλοφοριακή Αγωγή και Οδική Ασφάλεια και ε)-Δημοκρατική Συνύπαρξη και Ανθρώπινα Δικαιώματα
      Επιλέξαμε με μαθητές του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου ένα θέμα από τον τρίτο άξονα με τίτλο: «Η Γυναίκα στα δημοτικά μας τραγούδια».......


       

             Η γυναίκα κατέχει εξέχουσα θέση στο δημοτικό τραγούδι. Kατά τη διάρκεια της Θ.Ε. μελετήσαμε τους ρόλους της νέας, της μάνας, της συζύγου, της ηρωίδας. Αναζητήσαμε υλικό σε ανθολόγια  Ν. Λογοτεχνίας, σε Συλλογές Δημοτικών Τραγουδιών και στο Διαδίκτυο. Ακούσαμε πολλά τραγούδια στο youtube. 

       Οι μαθητές και μαθήτριες εντόπιζαν και σχολίαζαν τους στίχους κάθε τραγουδιού που γινόταν αναφορά στη γυναίκα. Μια χαριτωμένη, μικροκαμωμένη μαθήτρια μου είπε με χαμόγελο: «Κυρία, η κοντούλα γυναίκα τραγουδιέται πολύ στα δημοτικά! Πιο πολύ από την ψηλή!»...

Είχαμε ακούσει:
«Μια κοντή, κοντούλα,εδώ στη γειτονιά,
Που έχει μαύρα μάτια και σγουρά μαλλιά…»
«Μωρή κοντού-, μωρή κοντούλα λεμονιά
με τα πολλά λεμό-, λεμόνια, Βησσανιώτισσα
σε φίλησα κι αρρώστησα και το γιατρό δεν φώναξα…»

Αρκετά παιδιά ήρθαν στο κέφι και με δική μου παρότρυνση σηκώθηκαν και χόρεψαν…

Φωτο: Ομαδική τμήμα Γ1

Α).-Η  ΝΕΑ ΚΑΙ ΕΡΩΤΕΥΣΙΜΗ ΓΥΝΑΙΚΑ 
           Τα τραγούδια του Έρωτα και της αγάπης υμνούν τη φυσική ομορφιά της γυναίκας. Εξωτερικά χαρακτηριστικά: Εκφραστικά μάτια, λευκό δέρμα, μακριά μαλλιά, ρόδινα μάγουλα, χείλια, δόντια, χέρια, πόδια, κορμοστασιά… κατά τα πρότυπα της εποχής. Η ομορφιά της παρομοιάζεται με στοιχεία της φύσης:φεγγάρι, πούλια, ήλιος… Τα δέντρα χρησιμοποιούνται μεταφορικά για τη γυναίκα: ιτιά, λεμονιά, μηλιά…
      Επίσης αρκετά τραγούδια αναφέρονται στο σεμνό και περιποιημένο ντύσιμό της στην εκκλησιά, τους γάμους, τα πανηγύρια… 
   Πολλά εξαίρουν το ήθος, τη σεμνότητα, την εργατικότητα, τη δεξιοτεχνία της γυναίκας. 
Ενδεικτικά Παραθέτουμε:

Η Ζερβοπούλα
…Μπροστά χορεύουν οι ξανθές, πίσω οι μαυρομάτες
και μες στη μέση του χορού χορεύει η Ζερβοπούλα 
και ελάμπαν τα μανίκια της κι άστραφτε η τραχηλιά της.
Κι ο βασιλιάς εξέβγαινε να λαφοκυνηγήσει. […]
Να μην είχεν ήμουν βασιλιάς, να μην είχεν ήμουν ρήγας, 
'να πήγαινα να πιάνομουν σε Ζερβοπούλας χέρι, 
πόχει ταχείλι κόκκινο σαν το ούρμο το κεράσι, 
πόχει τα μάτια τα γλαρά, το γέλιο ζαχαρένιο 
και βαλαντώνει τις καρδιές, τρελαίνει τους λεβέντες. 

      Στο τραγούδι αυτό που το συναντούμε σε πολλά μέρη της Ελλάδας,υμνείται η Ομορφιά μιας νέας. Δηλώνεται το κάλλος, η λαμπερή ενδυμασία της και οι επιπτώσεις τους στους λεβέντες… Ακόμα και ο βασιλιάς μαγεύεται από την ομορφιά της!
*********
Μια κοκκινοφορεμένη
Μια κοκκινοφορεμένη μούχει την καρδιά καμμένη
Κι άλλη μια με κάτι μαύρα μούχει στην καρδιά μου λαύρα
Δεν μπορώ να τη γελάσω το χεράκι να της πιάσω.
Και μ’ ορμήνεψε η θεια της, μια πρωτοξαδέρφισσά της
Στο χορό που θα χορεύει σύρε πιάστην απ’ το χέρι…

       Στο τραγούδι αυτό η γυναίκα με το κόκκινο φουστάνι έχει κάψει την καρδιά του νέου. Και με τη συμβουλή της θειας της μπορεί να της πιάσει το χέρι μόνο στο χορό! 
********

H Zαχαρούλα
     Σειόνται τα δέντρα, σειόνται Ζαχαρούλα, 
σειόνται και τα κλαριά,
   σειέται κι η Ζαχαρούλα
 με τα χρυσά φλουριά… 

    Στο τραγούδι υμνείται η γυναίκα με το γλυκό όνομα και τα χρυσά στολίδια…
*************
Ιτιά
Ιτιά, ιτιά μοσχοϊτιά
Μου ’χεις μαράνει την καρδιά […]
Ιτιά μου σε παρακαλώ
Σκύψε να κόψω τον ανθό.
Στη Ρούμελη και στο Μοριά
Όλοι χορεύουν την ιτιά...
***********

Κιτρολεμονιά
Κιτρολεμονιά και μαντζουράνα μου
Αρνήσου τους δικούς σου κι έλα αντάμα μου…        
Έλαμψε ο ήλιος
Έλαμψε ο ήλιος το ταχύ, μαραίνει τα χορτάρια,
Πρόβαλε η κόρη π’ αγαπώ, μαραίνει παλληκάρια,
Φλογίζει νιους και καίγει οχτρούς, σκλαβώνει παληκάρια,
Καίγει κι εμένα π’ αγαπώ μέσα στα φυλλοκάρδια. 
                               
     Στο παραπάνω τραγούδι η κόρη παρομοιάζεται με τον ήλιο και μαραίνει παληκάρια όταν την αντικρίζουν!

Β).-Η ΜΑΝΑ
          Η μάνα στα δημοτικά τραγούδια έχει ανέβει «στο υψηλότερο ηθικό βάθρο» της οικογένειας, της κοινωνίας, της πατρίδας και της θρησκείας. Στον κύκλο της ζωής: γέννηση, γάμο, θάνατο αλλά και στην καθημερινότητα και στην  ξενιτιά και στον πόλεμο η μορφή της μάνας κυριαρχεί.

Ι)-Στα νανουρίσματα
Η μάνα με αγάπη και στοργή τραγουδάει στο μωρό της. Με το τραγούδι της εκφράζει τους πόθους και τα όνειρα για το παιδί της…

Ύπνε, που παίρνεις τα μικρά, έλα, πάρε και τούτο,
Μικρό, μικρό σου το δωκα, μεγάλο φέρε μου το
Μεγάλο σαν ψηλό βουνό, ίσο σαν κυπαρίσσι,
Κι οι κλώνοι του ν’ απλώνονται σ’ Ανατολή και Δύση.        

Έλα ύπνε αγκάλιασέ το
Έλα ύπνε αγκάλιασέ το, έλα πάρτο αγάλι αγάλι
κι ελαφρά να το κοιμήσεις στη ζεστή σου την αγκάλη.
Κοιμήσου και παράγγειλα στην Πόλη τα προικιά σου
Στα Γιάννενα τα ρούχα σου και τα χρυσαφικά σου…  
                             
ΙΙ) Στα  τραγούδια του γάμου
Η κόρη ζητάει πρώτα από τη μάνα της την ευχή στα προζύμια του γάμου και στο στόλισμά της… Τα παρακάτω τραγούδια τραγουδιούνται στο Ξηρόμερο Αιτωλ/νίας, τόπο καταγωγής μου.

Αναπιάνοντας τα προζύμια
Ψιλά-λιχνά τ’ αλεύρια κι αφράτα τα προζύμια
κι ο γυιός που τα ξανάπιασε με μάνα και πατέρα.
Ανάχλια-ανάχλια τα νερά κι αφράτα τα προζύμια
κι η κόρη που τ’ ανάπιανε με μάνα με πατέρα.
–Ευχήσου με μανούλα μου στα πρώτα κοσκινίδια.
–Με την ευχή μ’ παιδάκι μου να ζήσεις, να προκόψεις.
***********

Στο στόλισμα της νύφης
-Νύφη μου ποιος σε στόλισε και σ’ ηύρα στολισμένη;
-Η μάνα μου με στόλισε και μ’ ηύρες στολισμένη.
-Ευχήσου με, μανούλα μου, τώρα το πρώτο στόλισμα.
-Με την ευχή μ’ παιδάκι μου, και σύρε στο καλό σου.
-Ευχήστε μ’, αδερφάκια μου, τώρα στο πρώτο στόλισμα.
-Με την ευχή αδελφούλα μας και σύρε στο καλό σου.

ΙΙΙ) Στα μοιρολόγια
    «Τα μοιρολόγια των γυναικών μας, θαυμαστά ελεγειογραφίας αριστουργήματα, αυτόφυτα της ελληνικής ευαισθησίας προϊόντα, κινούσι τον θαυμασμόν των ποιητών και εφελκύουσι των γραμματολόγων την προσοχήν, όσον ουδέν άλλο, έστω και το εντεχνότερον, των λοιπών εξευγενισμένων και τετορνευμένων ημών στιχουργημάτων.» γράφει ο Σπ. Ζαμπέλιος

 Ο πόνος της μάνας που χάνει το παιδί της είναι σπαρακτικός στα μοιρολόγια:
«Αν δεν φουσκώσει η θάλασσα, ο βράχος δεν αφρίζει
κι αν δεν σε κλάψει η μάνα σου, ο κόσμος δεν δακρύζει.» 

Για το παιδί
Εσύ, παιδί μου, εκίνησες να πας στον Κάτου κόσμο,
κι’ αφήνεις τη μανούλα σου πικρή, χαροκαμένη.
Παιδάκι μου, τον πόνο σου πού να τον απιθώσω,
που κι’ αν τον ρίξω τρίστρατα, τον παίρνουν οι διαβάτες, 
κι’ αν τον αφήσω στα κλαριά, τον παίρνουν τα πουλάκια. 
Πού να βαλθούν τα δάκρυα μου για τον ξεχωρισμό σου;
Αν πέσουνε στη μαύρη γης, χορτάρι δεν φυτρώνει, 
αν πέσουνε στον ποταμό, ο ποταμός θα στύψη, 
αν πέσουνε στη θάλασσα, πνίγονται τα καράβια,
κι αν τα σφαλίσω στην καρδιά, γρήγορα σ’ ανταμώνω.

       Στο παραπάνω μοιρολόγι η χαροκαμένη μάνα θρηνεί για το παιδί της. Ο πόνος της είναι τόσο μεγάλος, που αν δεν καταφέρει να τον ξεπεράσει θα ανταμώσει γρήγορα με το παιδί… Θα πεθάνει και αυτή!
Ο σπαραχτικότερος θρήνος είναι, όταν:
«Κλαίνε οι μάνες για παιδιά και τα παιδιά για μάνες.»
                                             ***********
Η μάνα σκέφτεται ακόμη και το δικό της πρόωρο θάνατο. Τρέμει και ανησυχεί πώς θα βιώσουν αυτό το ενδεχόμενο θλιβερό γεγονός τα παιδιά της:
«Με τι καρδιά, με τι ψυχή, θα πάω εγώ στον Άδη,
ν’ αφήσω τα παιδάκια μου, να κλαιν αυγή και βράδυ;
Να κλαίνε, να φωνάζουνε. μανούλα μ’, πού να είσαι;
βαριά αποκοιμήθηκες κι εμάς δε μας θυμάσαι»
                                          **********
Ο θρήνος των παιδιών για τη μάνα είναι επίσης σπαρακτικός, όπως αναφέραμε. Παραθέτω δυο μοιρολόγια που τραγούδησαν ξηρομερίτισσες μοιρολογίστρες για τη δική μου μάνα:

Της μάνας μου
Κλάψε Μαρία μ’, μη ντρέπεσαι και δάκρυα μη λυπάσαι,
γιατί χάνεις τη μάνα σου και δεν τη ματαβλέπεις…
Κάνει σταυρό στην πόρτα σου και βούλα στην αυλή σου.
Η μάνα είναι ζάχαρη, η μάνα είναι μέλι
Η μάνα είναι μυστικό,  κασέλα κλειδωμένη
Κι όσα σκεπάζει ο ουρανός τόσα σκεπάζει η μάνααα!
                                          ********
Τάξε μανούλα μ’ 
Φυσάει αέρας δεν ακούω κι αντάρα δε χωρίζω
Ρίχτει και σιγαλή βροχή δεν σας καλοχωρίζω
-Χριστέ μ’, πάψε τον άνεμο και σκόρπα την αντάρα
Κι ακούω μια ψιλή φωνή απ’ τον απάνω κόσμο
Κι είναι φωνή απ’ τα παιδάκια μου, μου λένε να γυρίσω πίσω
-Τάξε μανούλα μ’ τάματα, χρυσάφια και ασήμια
Για να σ’ αφήνει ο χάροντας να’ρχεσαι δυο τρεις φορές το χρόνο
Μια να’ναι τα Χριστούγεννα κι η άλλη τ’ς Αποκρέες
Κι η Τρίτη η καλύτερη να’ναι  μέσ’ το Πάσχα
Για  ν’ ανταμώνουμε όλοι μαζί γονέοι με τα παιδιά τους!

IV)-Η μάνα- χήρα.
            Ο θάνατος του άνδρα της ήταν καθοριστικός στη ζωή της. Χάνει μέρος της κοινωνικής της ταυτότητας. Η μάνα - χήρα αναπληρώνει σε όλα τον άνδρα της, «ανδροποιείται» και επωμίζεται όλες τις ευθύνες της οικογένειας… 
 «Όποια ’χασε τον άνδρα της, έχασε την τιμή της…» αναφέρει  γνωστό μοιρολόγι. Η χήρα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική στη συμπεριφορά της γιατί σχολιάζεται πολύ αυστηρά. Και ιδιαίτερα σε κάποιες κοινωνίες όπως:Ξηρόμερο, Μάνη, Ήπειρο…

Για τη χήρα
Κυρά που κάθεσαι ψηλά, κατέβα παρακάτω
Και κάτσε με τις άμοιρες και κάτσε με τις χήρες
Και τίναξ’ το κεφάλι σου να γκρεμιστεί η κορώνα
Τίναξε και το δάχτυλο, να πέσει η αρραβώνα
Και βγάλ’ τα κατακόκκινα και φόρεσε τα μαύρα.
Τα κόκκινα είναι της χαράς, τα μαύρα είναι της λύπης
Η χήρα μέσα κάθεται κι όξω την κουβεντιάζουν
Αν περπατήσει ταπεινά, της λεν πως καμαρώνει
Κι αν περπατήσει ογλήγορα, της λεν πως  εζουρλάθη
Κι αν κουβεντιάσει μ’ άλλονε, της λεν άντρα γυρεύει,
Κι αν γνέθει με τη ρόκα της, της λεν πως προίκα φτιάνει
Κι αν αρρωστήσει και καμμιά, της λεν παιδί θα κάμει. 
                                        
V).-Η μάνα του ξενιτεμένου 
           H γυναίκα έχει ξεχωριστή θέση στα τραγούδια της ξενιτιάς. Και οζωντανός ο χωρισμός της ξενιτιάς είναι σπαρακτικός. Ο  ξενιτεμένος κυρίως τη μάνα του αποχαιρετάει:

Σ’ αφήνω γεια μανούλα μου
 «Σ’ αφήνω γεια μανούλα μου, σ’ αφήνω γεια πατέρα
Έχετε γεια αδελφάκια μου και σεις ξαδερφοπούλες.
Θα φύγω θα ξενιτευτώ, θα πάω μακριά στα ξένα
Θα φύγω μάνα,και θα ΄ρθω μα μην πολυλυπιέσαι.
Από τα ξένα όπου βρεθώ, μηνύματα σου στέλνω
Με τη δροσιά της άνοιξης, την πάχνη του χειμώνα
Και με τ’ αστέρια τ’ ουρανού, τα ρόδα του Μαίου
Θε να σου στέλνω μάλαμα, θε να σου στέλνω ασήμι,
Θε να σου στέλνω πράγματα π’ ουδέ τα συλλογιέσαι…»
                                           *********
Κλάψε με μάνα, κλάψε με
Ν’ αναστενάξω, μανούλα μ’ δε μ΄ακούς
Να κλάψω δε με βλέπεις…
Να στείλω γράμμα για να ρθεις, τα έξοδα δεν έχω
Κλάψε με μάνα, κλάψε με με ήλιο με φεγγάρι
Και την αυγούλα με δροσιά ώσπου να φέξει η μέρα.

V)-Η μάνα- πεθερά.
         Η πεθερά παρουσιάζεται κτητική, εγωίστρια, ανταγωνιστική και κακιάστα περισσότερα τραγούδια. Σε λίγα είναι γλυκομίλητη και καλή. Χαρακτηριστική περίπτωση κακής πεθεράς είναι εκείνη της προσφυγοπούλας. Η πεθερά της προσφυγοπούλας δεν αποδέχτηκε τη φτωχή νέα που παντρεύτηκε τον αρχοντογιό της. Και την ταίζει φίδια για να την φαρμακώσει… Ο  γιος από τον πόνο για το θάνατο της αγαπημένης του αυτοκτονεί!

Αρχοντογιός παντρεύεται
Αρχοντογιός παντρεύεται 
και παίρνει προσφυγούλα, προσφυγούλα μαυρομάτα μου,
και παίρνει προσφυγούλα, προσφυγούλα σε κλαίν’ τα μάτια μου.
Η μάνα του σαν τ’ άκουσε τα δέντρα ξεριζώνει.
Πιάνει δυο φίδια ζωντανά, τα ξεροτηγανίζει.
–Έλα νύφη να φας φαΐ, ψάρια τηγανισμένα.
Την πρώτη βούκα πο ’βαλε ψυχή της φαρμακώθη.
–Νερό μανούλα μ’ κι έσκασα, νεράκι, θα πεθάνω.
–Εγώ νύφη μου γέρασα, τη βρύση δεν την ξέρω.
–Νεράκι ταίρι μ’ κι έσκασα, έσκασα, θα πεθάνω.
Όσου να πάει και να ’ρθει τη βρήκε πεθαμένη.
–Μάνα μ’ αν έχεις άλλο γιο δώσ’ του αρχοντοπούλα.
Και το μαχαίρι έβγαλε και στην καρδιά το μπήγει. 

Γ)-Η ΣΥΖΥΓΟΣ
       Η γυναίκα έπρεπε να έχει κάποιες αρετές οι οποίες θα σηματοδοτούσαν ένα καλό γάμο. Ομορφιά, ηθική,… και προίκα.
      Στα δημοτικά τραγούδια υμνείται η πίστη, η αφοσίωση, η ενάρετη αναμονή του ξενιτεμένου, η διαφύλαξη της συζυγικής τιμής… Οι περισσότερες γυναίκες  συμβιβάζονταν. Κάποιες εκφράζουν παράπονο και κατηγορούν τη μάνα που τις κακοπάντρεψε… 

Ι).-Η πιστή και αφοσιωμένη
Άλλο τι δεν ζήλεψα μέσ’ τον απάνω κόσμο,
Παρά το γλήγορο άλογο και το γοργό ζευγάρι,
Και τη γυναίκα την καλή,όπου τιμάει τον άντρα…

Τώρα είν’ ο Μάης
[…]Πάρε μ’ αφέντη μ’ πάρε με, πάρε κι εμέ κοντά σου,
να μαγειρεύω να δειπνάς, να στρώνω να κοιμάσαι.
Να γίνω γης να με πατείς, γιοφύρι να διαβαίνεις, 
να γίνω κι ασημόκουπα να πίνεις το κρασί σου. 
Εσύ να πίνεις το κρασί κι εγώ να λάμπω μέσα… 

II).-Η κακοπαντρεμένη
«Μάνα, με κακοπάντρεψες. Και μ’ έδωσες στους κάμπους,
Κι εγώ στους κάμπους δε βαστώ, ζεστό νερό δεν πίνω.
Θα μαραθούν τα χείλη μου, θα κιτρινοφυλλιάσουν…» 
 Η κόρη κατηγορεί τη μάνα της που την πάντρεψε στους κάμπους και κακοπερνάει.

Της νύφης που κακοπάθησε
   […] Μία Κυριακή και μία Λαμπρή, μία πίσημον ημέρα
την πήρε το παράπονο κι η πίκρα τ'ς η μεγάλη:
-Θέλω να πάω στη μάνα μου, να πάω στα γονικά μου
-Ελένη, πλούσια σ' ήφερα, φτωχή πού να σε πάω,
 που ντρέπομαι τ' αδέρφια σου, φοβούμαι τους δικούς σου;
       Κι εκείνη δεν τον άκουσε, μονάχη της κινάει
και πήρε το στρατί στρατί, τ' ωριό το μονοπάτι.
Στην στράταν οπού πήαινε, τον Θιόν επαρακάλει:
«Χριστέ, να βρω τσι δούλες μου στη βρύση να λευκαίνουν».
Κι ο Θεός την εσυνάκουσε και η Κυρά του κόσμου
και έβρηκε τσι δούλες της στη βρύση που λευκαίναν…

Η πλούσια κόρη που κακοπάθησε στο φτωχό γάμο της επιθυμεί να επιστρέψει στο πατρικό της σπίτι…

III).-Η άπιστη και η τιμωρία
          Η απιστία θεωρείται ασυγχώρητο παράπτωμα στην παραδοσιακή κοινωνία και καταδικάζεται σε πολύ βαριά τιμωρία. Ενδεικτικό παράδειγμα οΜενούσης από την Ήπειρο. Ο Μενούσης διέπραξε έγκλημα τιμής.Μεθυσμένος πήγε και σκότωσε τη γυναίκα του γιατί μίλησε σε άγνωστο άνδρα. Η γυναίκα είχε διαπράξει «απιστία» για την εποχή εκείνη. Γι’ αυτό έπρεπε να τιμωρηθεί.

Ο Μενούσης
 Ο Μενούσης, ο Μπερμπίλης κι ο Ρεσούλ Αγάς, 
σε κρασοπουλειό πηγαίναν για να φαν να πιούν.
Κει που τρώγαν,  κει που πίναν  και που γλένταγαν, 
κάπου πιάσαν τη κουβέντα για τις όμορφες.
Όμορφη γυναίκα που `χεις βρε Μενούσ’ Αγά!
Πού την είδες, πού την ξέρεις και τη μολογάς;
Χθες την είδα στο πηγάδι που `παιρνε νερό
και της `δωσα το μαντήλι και μου το `πλυνε.
Αν την ξέρεις κι αν την είδες,  πες μου τι φορεί;
Ασημένιο μεσοφόρι με χρυσό φλουρί.
      Κι ο Μενούσης,  μεθυσμένος πάει την έσφαξε.
Το πρωί ξεμεθυσμένος πάει την έκλαψε.
Σήκω πάπια μ’ ,  σήκω χήνα μ’ ,  σήκω πέρδικα μ’ .
Σήκω λούσου και χτενίσου κι έμπα στο χορό.
Να σε δουν τα παλληκάρια να μαραίνονται.
Να σε δω κι εγώ ο καημένος και να χαίρομαι.

IV).-Η Σύζυγος ξενιτεμένου
Ο καημός της γυναίκας του ξενιτεμένου και η αφοσίωση σ’ αυτόν είναι εμφανής στα δημοτικά τραγούδια της ξενιτιάς:

Ξενιτεμένο μου πουλί
Ξενιτεμένο μου πουλί και παραπονεμένο,
η ξενιτιά σε χαίρεται κι εγώ 'χω τον καημό σου.
Τι να σου στείλω, ξένε μου, τι να σου προβοδίσω;
Μήλο αν σου στείλω σέπεται,τριαντάφυλλο μαδιέται,
σταφύλι ξερογιάζεται, κυδώνι μαραγκιάζει.
Να στείλω με τα δάκρυά μου μαντίλι μουσκεμένο,
τα δάκρυά μου είναι καυτερά, και καίνε το μαντίλι.
Τι να σου στείλω, ξένε μου, τι να σου προβοδίσω;
Σηκώνομαι τη χαραυγή, γιατί ύπνο δεν ευρίσκω,
ανοίγω το παράθυρο, κοιτάζω τους διαβάτες,
κοιτάζω τις γειτόνισσες και τις καλοτυχίζω,
πώς ταχταρίζουν τα μικρά και τα γλυκοβυζαίνουν.
Με παίρνει το παράπονο, το παραθύρι αφήνω,
και μπαίνω μέσα, κάθομαι, και μαύρα δάκρυα χύνω.

Ο γυρισμός του ξενιτεμένου
 «…- Γιατί δακρύζεις λυγερή και βαρυαναστενάζεις; 
Μήνα πείνας, μήνα διψάς, μην έχεις κακή μάνα;
 -Μήτε πεινώ, μήτε διψώ, μήτ’ έχω κακή μάνα.
 Ξένε μου κι αν εδάκρυσα κι αν βαρυαναστενάζω, 
τον άντρα ’χω στην ξενιτιά και λείπει δέκα χρόνους. 
Κι ακόμα δυο τον καρτερώ και τρεις τον παντυχαίνω. 
Κι αν δεν ερθεί, κι αν δεν φανεί, καλόγρια θα γένω, 
θα πάγω σ’ έρημα βουνά, να στήσω μοναστήρι
 και στο κελί θα σφαλιστώ στα μαύρα θελά βάψω
εκειόν να τρώγει η ξενιτιά κι εμέ τα μαύρα ράσα…» 

Δ)-Η ΗΡΩΙΔΑ
          Στα Ιστορικά τραγούδια Η γυναίκα εμφανίζεται σε ένα αντι-συμβατικό ρόλο: Μαχητική, υπερήφανη, ανυπότακτη! Υπερβαίνει τη γυναικείαφύση της και παρουσιάζεται σε ένα καθαρά αντρικό ρόλο… Εξαίρεται το ανυπότακτο της εθνικής υπερηφάνειας της…Δύο πολύ γνωστά ιστορικά τραγούδια που αναφέρονται σε γυναίκες είναι της Δέσπως Μπότση και της Λένως Μπότσαρη.
      Πέρα από γυναίκα ηρωίδα παρουσιάζεται και ως  μάνα ήρωα. Μάνα του Βασίλη, του Κίτσου… Μάνα του κλέφτη που αγωνίζεται για την ελευθερία…
I).-Της Δέσπως
Το τραγούδι, όπως και εκείνο «Της Λένως Μπότσαρη», αναφέρεται σε μια από τιςπαρασπονδίες τον Αλή Πασά σε βάρος των Σουλιωτών, το 1803. Κατά τη συμφωνία οι Σουλιώτες είχαν το δικαίωμα να φύγουν ένοπλοι για όποιο μέρος ήθελαν. Ένα μικρό απόσπασμα από 78 Σουλιώτες κατέφυγε στο χωριό Ρινιάσα(ανάμεσα στην Πρέβεζα και την Πάργα). Εκεί όμως στίφος Τουρκαλβανών, που τους έστειλε ο Αλή πασάς, έκανε ξαφνική επιδρομή και άρχισε να σφάζει τους κατοίκους και τους πρόσφυγες. Η Δέσπω, γυναίκα του Γεωργάκη Μπότση, μαζί με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της, κλείστηκε στον πύργο του Δημουλά και αντιστάθηκε ηρωικά στους επιδρομείς του Αλή Πασά. Στο διάλογο με τον εχθρό φαίνεται η λεβεντιά και η ανδρεία της Γυναίκας!

Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
Ουδέ σε γάμο ρίχνονται, ουδέ σε χαροκόπι,
η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ' αγγόνια.
Αρβανιτιά την πλάκωσε στου Δημουλά τον πύργο.
«Γιώργαινα, ρίξε τ' άρματα, δεν είν' εδώ το Σούλι.
Εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων.
-Το Σούλι κι αν προσκύνησε, κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,
η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε, δεν κάνει»,
Δαυλί στο χέρι νάρπαξε, κόρες και νύφες κράζει:
«Σκλάβες Τούρκων μη ζήσομε, παιδιά μ', μαζί μου ελάτε».
Και τα φυσέκια ανάψανε κι όλοι φωτιά γενήκαν. 

II).-Μάνες ηρώων
           Ο Βασίλης του δημοτικού τραγουδιού παρ’όλες τις δυσκολίες της κλέφτικης ζωής, αποφασίζει να φύγει κλέφτης στα βουνά. Ζητά από τη μάνα, σαν άλλη Σπαρτιάτισσα, να του φέρει τα όπλα του.

Του Βασίλη
«Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γένεις νοικοκύρης,
για ν' αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι αγελάδες,
χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν.
- Μάνα μου εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,
να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν,
και να 'μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους. 
Φέρε μου τ' αλαφρό σπαθί και το βαρύ τουφέκι, 
να πεταχτώ σαν το πουλί ψηλά στα κορφοβούνια,
να πάρω δίπλα τα βουνά, να περπατήσω λόγγους, 
να βρω λημέρια των κλεφτών, γιατάκια καπετάνων 
και να σουρίξω κλέφτικα, να σμίξω τους συντρόφους, 
που πολεμούν με την Τουρκιά και με τους Αρβανίτες».

Πουρνό φιλεί τη μάνα του, πουρνό ξεπροβοδιέται. 
«-Γεια σας βουνά με τους γκρεμνούς, λαγκάδια με τις πάχνες! 
- Καλώς το τ' άξιο το παιδί και τ' άξιο παλικάρι».
                                                   ********
 Η μάνα του Κίτσου στο τραγούδι μαλώνει με το ποτάμι γιατί στέκεται εμπόδιο στην επιθυμία της να περάσει στα κλέφτικα λημέρια και να συμμετέχει στη σύναξη των κλεφτών. Μέσα στον πόνο για το γιο της αλλά πιστή στις παραδόσεις φαίνεται να νιάζεται για τα  άρματα και τα τσαπράζια, τα όπλα και τα στολίδια του! Για τον κλέφτη αυτόν δεν έχουμε πληροφορίες. Από μια παραλλαγή φαίνεται ότι ο ήρωας ήταν κλέφτης του Ξηρομέρου και του Βάλτου.

Του Κίτσου 

Του Κίτσου η μάνα κάθονταν στην άκρη στο ποτάμι
με το ποτάμι μάλωνε και το πετροβολούσε
Ποτάμι μ' για λιγόστεψε, ποτάμι μ' γύρνα πίσω
για να περάσω αντίπερα, πέρα στα κλεφτοχώρια
πόχουν οι κλέφτες σύναξη κι όλοι οι καπεταναίοι
πόχουν αρνιά και ψένουνε, κριάρια σουβλισμένα
πόχουν κι ένα γλυκό κρασί οπού γλεντούν και πίνουν

Τον Κίτσο τον επιάσανε, πάνε να τον κρεμάσουν
Χίλιοι τον παν από μπροστά και δυο χιλιάδες πίσω
κι ολοξοπίσω πήγαινε η μαύρη του η μανούλα
Μοιρολογούσε κι έλεγε, μοιρολογεί και λέει

Κίτσο, πού είναι τ' άρματα, τα έρημα τσαπράζια
Μάνα λωλή, μάνα τρελή, μάνα ξεμυαλισμένη
δεν κλαις τα μαύρα νιάτα μου και την παλικαριά μου
μον' κλαις τα 'ρημα τ' άρματα, τα έρημα τσαπράζια

Και μια παραλλαγή του τραγουδιού:
Του Κίτσ’ η μάνα θλίβεται, του Κίτσ’ η μάνα κλαίει. 
Με το ποτάμι μάλωνε, με τα βουνά μαλώνει: 
«Ποτάμι, για λιγόστεψε, ποτάμι, κάμε πόρο. 
Θε να περάσ’ απόπερα στον ξακουσμένο Βάλτο 
όπου οι κλέφτες οι πολλοί κι όλοι οι καπεταναίοι».

Έμπνευση για δημιουργική γραφή
Στιχουργήματα, ποιήματα μαθητριών και μαθητών 
               Στη συζήτηση που προηγήθηκε της Γραφής όλα τα παιδιά εξέφρασαν την αγάπη για τη μάνα τους! Είναι το πιο δυνατό και διαχρονικό συναίσθημα.
        Στην έκφραση του ερωτικού συναισθήματος, τα περισσότερα αγόρια είπαν ότι σε περιπτώσεις  που διστάζουν να εκφράσουν προφορικά το θαυμασμό τους σε ένα κορίτσι χρησιμοποιούν το instagram. Φλερτάρουν «ινσταγκραμικά»!Και μετά βλέπουμε, ανέφεραν…
        Μια  φωτογραφία, ένα μήνυμα από το κινητό είναι ο σύγχρονος τρόπος προσέγγισης και γνωριμίας των νέων.

        Μετά τη συζήτηση είπα στα παιδιά να γράψουν μερικούς στίχους για τη σημερινή  γυναίκα… Σε μια - δυο διδακτικές ώρες δεν είναι τόσο εύκολο να γράψει κάποιος μερικούς στίχους. Γι’ αυτό εκτιμώ πολύ τη γραφή των μαθητών/τριών μου ακόμα και με τις ατέλειές της… Ίσως σε δεύτερο ή τρίτο χέρι… γίνει καλύτερη! 
Φωτο: Μαθητές και μαθήτριες σε ώρα δημιουργικής γραφής…

Παραθέτω ενδεικτικά έργα μαθητριών και μαθητών του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου:

I)-Όμορφη κόρη

Μια νέα κοπέλα, όμορφη και φανταχτερή
Την είδα σε μια γιορτή και μου άρεσε πολύ
Αλλά μήνυμα στο ίνσταγκραμ θέλησα να της στείλω
Για να την προσεγγίσω  και να τη γνωρίσω
Στο δρόμο μια μέρα την ξαναείδα και τρελάθηκα
Και ξαφνικά δεν κρατήθηκα και της συστήθηκα! 

Γιώργος  -Παύλος

II) Η συμμαθήτρια
Την είδα στο σχολείο μου και μου άρεσε πολύ
Πάει κάποιο άθλημα και έχει ωραίο κορμί
Στο ίνσταγκραμ τη βρήκα και αμέσως γεια της είπα
Είναι ντροπαλή, μα  απ’ όλες είναι μοναδική
Βόλτα θέλω να  την πάω αφού την αγαπάω
Ήρθε η κρίσιμη στιγμή να της δώσω το  φιλί. 

Γιώργος Μπάκας -Θόδωρος Κυριλής

III) Οι  σύγχρονες Ελληνίδες
Έχουν απελευθερωθεί και στα πόδια τους σταθεί
Όλες έχουνε σπουδάσει και τους άντρες ξεπεράσει
Υπουργίνες, σωφερίνες, βουλευτίνες, ιατρίνες
Άγχος, τρέξιμο πολύ απ’ το βράδυ ως το πρωί
Στη δουλειά είναι πρώτες και στο σπίτι και στις βόλτες
Αυτό δεν αλλάζει, είναι αυτό που τους ταιριάζει
Μάνες όταν θα γενούν, όλα τ΄ άλλα τα ξεχνούν
Γι’ αυτά τους βάζω δέκα! Να η σύγχρονη γυναίκα! 

Π. Γκρίζης-Δ. Γεωργίου

IV) Η ηρωίδα μάνα
Μια γυναίκα νέα  που παλεύει μέσα στην κρίση
Προσπαθώντας την οικογένεια να κρατήσει
Κόβει και ράβει στα έξοδα πολλά για τα παιδιά
Έτσι ώστε να τα  βγάλουν πέρα οικονομικά
Τι θα γινότανε άραγε αν δεν ήταν αυτή;
Γυναίκα ηρωίδα στην καθημερινή ζωή!

Λ. Θώδη 

V) Η γυναίκα στην κρίση
H Ελληνίδα σήμερα ορθώθηκε ηρωίδα
αγέρωχη στάθηκε στην οικονομική κρίση 
Το σπιτικό της στήριξε με σύνεση και μέτρο
Η γιαγιά τη σύνταξή της έδωσε στα εγγόνια
Η μάνα τώρα ψώνιζε μόνο τα αναγκαία
Η κόρη δυσκολεύτηκε, μα έμαθε το μέτρο
Τρεις γυναίκες μοναδικές, είναι όλες θαυμαστές!
  
Mαρία

VI) Η σύγχρονη μητέρα
Γυναίκα όμορφη πολύ και έξυπνη συγχρόνως
Πρότυπο οικογένειας και μας φροντίζει όλους
Για τα παιδιά της θα ’δινε και τη ζωή ακόμα
Τα παιδιά όλο φωνάζει: «στο insta» είσαι πάλι;
Άμα βράδυ έξω πας, νωρίς θα πρέπει να γυρνάς
Διάβασε σχολείο έχεις, διάβασε με προσοχή!
Ξέρετε πόσο σας αγαπώ, για σας πάντα μπορώ…

Μαρία Σουλιώτη-Δήμητρα Κλεφτοσπύρου

VΙI) Μαμά
Σε κάθε δυσκολία, δίπλα μου ήταν μόνο μία
Με σύνεση και λογική μου ’δινε σωστή συμβουλή
Παρά τα προβλήματά της στα οικονομικά της
Στην περίοδο της κρίσης για όλα είχε λύσεις…
Παράδειγμα αντοχής τόσες ώρες υπομονής
Δεν μπορείς να πεις, πρότυπο καλής ανατροφής
Νομίζω είπα αρκετά, σ’ αγαπώ πολύ μαμά! 

Αλέξης Ριζογιάννης -Γιάννης Σκορδόπουλος 

VIII)  Η όμορφη κόρη
Κοριτσάκι μου, αστέρι μου πόσο σ’αγαπώ
Ήρθες στο σχολείο και έπαθα εγκεφαλικό
Σε είδα και με μάγεψες από το πρώτο λεπτό
Μακάρι να μπορούσα να σου πω πόσο σ’ αγαπώ
Είσαι τόσο φυσική και σε νιώθω μοναδική
Απ’ την πρώτη στιγμή εγώ σε είχα ερωτευτεί
Γιατί είσαι τόσο όμορφη και λαμπερή
Το μυαλό σου τρέχει και σε θαυμάζω πολύ
Μα μπλοκάρω να σου πω ότι πολύ σε αγαπώ
Από κοντά όταν σε δω νιώθω ότι θα πνιγώ
Γι΄αυτό μηνύματα στο instagram σου στέλνω εγώ
Για να δω αν ελπίδες μαζί σου θα έχω να βγω
Κορίτσι μου καλό, δεν χορταίνω πότε να σε δω
Στο μπαλκόνι περιμένω και να βγεις παρακαλώ
Μονάχα αυτό σου ζητώ, να σου πω σε αγαπώ
Μπορεί να φανεί απλό, μα είναι πολύ δυνατό! 

Κ. Θώδη -Άντζελα Gjetdogaj

IX) Αγάπη, σ’ αγαπώ
Αγάπη είσαι όμορφη, αγάπη είσαι τρέλα
Αν μ’ αγαπάς πραγματικά, στο όνειρό μου έλα!
Πώς θα ’θελα τα χείλη σου, τα ώριμα κεράσια
Να τα φιλήσ’ Αγάπη μου να φύγουν τα μαράζια!
Θαρρώ βλέπω τα μάτια σου σαν κοιτώ τον ουρανό
Αγάπη μ’, αλήθεια λέω, χωρίς εσένα δε μπορώ
Σαν φωτιά είν’ τα μαλλιά σου, περίσσια η ομορφιά
Κορμί σαν κυπαρίσσι έχεις, ξεχειλίζει η τσαχπινιά!
Έχεις ένα δυναμισμό και μία  ευφυία
Που στ’ ορκίζομαι Αγάπη, δεν υπάρχει άλλη καμία
Σε βλέπω με το τζιν σου και με το τισερτάκι
Αγάπη μου, αν μ’αγαπάς, στείλε μηνυματάκι!  

Ε. Αρωνιάδα -Θ. Σκουτέρη

X)-Νιώθω
Η ομορφιά σου έλαμψε, θέλω να σε γνωρίσω
Τα χείλη σου τα όμορφα, θέλω να τα φιλήσω
Στην αγκαλιά σου πάρε με  για λίγο να χαθούμε..
Άμα το θες κι εσύ για κάνα καφέ να βγούμε
Να συστηθούμε, να γνωριστούμε, μαζί να ζούμε…
Σε είδα και χάθηκα, στα μάτια σου τρελάθηκα
Είσαι μόνο μία, δε σε αλλάζω με καμία
Για σένα και τη ζωή μου θα ’δινα να το ξέρεις
Δε θέλω στη ζωή σου να κλαις και να υποφέρεις
Χαρούμενη θέλω να σε βλέπω κι ας μη θέλεις,
Τα πάντα θα έδινα για σένα να το ξέρεις! 

Ράνια Μουτεσίδη -Κων/να Παπούτση

XI) Η απόρριψη
Την είδα στο φροντιστήριο και μαγεύτηκα
Και με την πρώτη τη ματιά τρελά την ερωτεύτηκα
Της είπα να βγούμε και μου είπε ότι: θα δούμε…
Ναι, στεναχωρήθηκα πολύ εκείνη τη στιγμή
Το πήρα σαν απόρριψη, ως χυλόπιτα στεγνή! 

Ελένη Κεσίδη -Θεοφανία Κολώνια

XII) Η σύγχρονη γυναίκα
Η σύγχρονη γυναίκα που είναι πάντα δυνατή
Και στη δύσκολη την κρίση συνέχεια αντέχει
Η σύγχρονη γυναίκα, η άριστη νοικοκυρά
Που έχει μεγαλώσει με  τη φτώχεια τα παιδιά
Η σύγχρονη γυναίκα που όλους τους βοηθάει
Και γι’ αυτό η οικογένεια την αγαπάει
Η σύγχρονη γυναίκα η τίμια και ταπεινή
Που είναι σε όλο τον κόσμο απ’ όλους σεβαστή…

Παναγιώτης Κασούμης  -Εφραίμ Κοκώνης

XIII) Η ηρωίδα μάνα
Η μάνα, η σύγχρονη ηρωίδα της ζωής
Πάντα προσπαθεί να βοηθήσει τα παιδιά
Δίχως να σπαταλάει όπου βρει τα λεφτά
Για να έχουν τα παιδιά της μια καλή ζωή
Η μάνα πάντα είναι εκεί, σε ό,τι χρειαστεί…  

Λαμπρινή – Νίκος

....................................................................

Ενδεικτική βιβλιογραφία- ιστοσελίδες:
-Μαρία Ν. Αγγέλη, Ξηρομερίτισσες μοιρολογίστρες: οι ποιητάρισσες του θανάτου, στο Περιοδικό: Τα Αιτωλικά, εκδ. ΑΙ.ΠΟ.Ε , τεύχος 10. 
-Μαρία Ν. Αγγέλη, «Για σένα Πατέρα, Νοέμβριος 2012». διαθέσιμο στα : Xiromeronews.blogspot.gr   και Vlyziananews. blogspot.gr  
-Μαρία Ν. Αγγέλη, «Αφιέρωμα στη μάνα», διαθέσιμο στα: https://www.Αgriniobestof.gr  και Xiromeronews.blogspot.gr 
-Μαρία Ν. Αγγέλη, «Η ΜΑΝΑ της Περλ Μπακ και η μάνα των μαθητών…», διαθέσιμο στα:  https://www.Αgriniopress.gr,https://www.Αgriniobestof.gr 
και Xiromeronews.blogspot.gr
-Μαρία Ν. Αγγέλη,  «Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΜΑΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ. Οι μαθητές του 2ου Γυμνασίου Αγρινίου εμπνέονται από αυτά…», διαθέσιμο στα: https://www.Αgriniopress.gr, -http://www. Agriniobestof.gr, Xiromeronews.blogspot.gr  
-Τριαντάφυλλος Κωτόπουλος, «Μάθε παιδί μου… δημοτικό τραγούδι», διαθέσιμο: https://slpress.gr/politismos/mathe-paidi-mou-dhmotiko-tragoydi-tragoydi/ 
-Γεράσιμος Η. Παπατρέχας, Δημοτικά τραγούδια του Ξηρομέρου, Αγρίνιο 1992.
-Ν.Γ. Πολίτη, Δημοτικά τραγούδια, Εκλογαί από τα τραγούδια του Ελληνικού λαού, Αθήναι.
-Αλέξανδρου Τ. Σάββα, Ξηρομερίτικα Δημοτικά Τραγούδια, Αθήνα 1984