Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ


Γράφει η Μαρία Ν. Αγγέλη


Η ζωή μας
Σε βλέπω
παιδί στο μακρινό χωριό σου
τελειώνει το σχολείο, ξεχύνεται
ο χείμαρρος βουητό στους δρόμους, τρέχεις
ξαναμμένος να προλάβεις το Γιωργή
Σε βλέπω
κληρωτός στ’ αλβανικά βουνά
φωνάζοντας αέρα στον εχθρό
πάλι στο απόμερο χωριό σου, η Κατοχή,
Ο Εμφύλιος, δύσκολα χρόνια, η φυγή στην πόλη…
Σωτήρης Σαράκης


Στα χρόνια της Κατοχής οι άνθρωποι σε όλη την Ελλάδα αντιμετώπισαν το πρόβλημα της επιβίωσης.
Πολλοί περιήλθαν σε κατάσταση εξαθλίωσης και άδειασαν κυριολεκτικά τα σπίτια τους, μεταφέροντας είδη ρουχισμού, προικός, καθώς και οικιακά σκεύη, για ανταλλαγή με σιτάρι, καλαμπόκι, όσπρια κλπ.
Οι προφορικές μαρτυρίες που ακολουθούν είναι ενδεικτικές του αγώνα για την επιβίωση.
Στον αγώνα  αυτό συμμετείχαν και τα παιδιά!

Παιδιά της Κατοχής αφηγούνται:
«Στην κατοχή ήμουνα οχτώ, δέκα χρονών παιδάκι.
Και η  μαμά έπαιρνε ένα παιδί κι ο μπαμπάς άλλο παιδί μαζί του.  Η μεγάλη αδελφή μου φύλαγε τα υπόλοιπα… Εμείς πηγαίναμε να δώσουμε εμπόρευμα  για να πάρουμε τρόφιμα: λάδι, καλαμπόκια, τυριά.
Ανεβήκαμε στο φορτηγό των Ιταλών. Καθόμουνα μέσα σε μια ρόδα από λάστιχο. Κι έκατσα  σαν να ‘ταν φωλίτσα, έτσι μικρούτσικο που ήμουνα εγώ. Εκεί ξέχασα τα σανδάλια μου τα ξύλινα. Τα τσοκαράκια μου.
Και κατέβηκα και περπάταγα ξυπόλητο. Και πήγαμε στα χωριά της Γαστροσυκιάς. Στο Καναλάκι της Πρέβεζας. Πάνω ψηλά στη Θεσπρωτία. Και περπατούσα ξυπόλητο, οχτώ χρονών παιδάκι! Το διανοείσαι;
Κάναμε ανταλλαγή. Η μαμά μου πουλούσε ρούχα και καλλυντικά. «Τοκαλόν» η κρέμα και «μπριόλ». Αυτά θυμάμαι. Και ρούχα απ’ την προίκα της… Οι πρόσφυγοι είχανε πολλά ασπρικής και θα σου δείξω ένα κομπινεζόν τώρα με τούλι και κέντημα.
Και τα χρυσαφικά τους πουλούσανε! Αμ’ τι νόμισες. Πώς ζήσανε;
Πηγαίναμε όχι μόνο Θεσπρωτία. Ξηρόμερο, Ζαβέρδα, Πάλαιρο και Λευκάδα…»

[Απόσπασμα προφορικής αφήγησης της Αγαθής Κατεφίδη στη Μαρία Ν. Αγγέλη, 29/5/2013.
Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο της Μ. Ν. Αγγέλη με τίτλο :Σχολική ενδυματολογία, εκδόσεις Πασχέντη]

Περάσαμε  πολύ δύσκολα χρόνια !
«Περάσαμε πολύ δύσκολα χρόνια. Πέτρινα χρόνια!
Πείνα;
 Γύρισα όλη την Ήπειρο παιδάκι. Να πηγαίνω να πουλήσουμε τα πράγματά μας όλα, για να φέρουμε το σιτάρι, το καλαμπόκι, να ζήσουμε[…]
Όλα. Δεν είχα αφήσει τίποτα εδώ μέσα, όλα!
Σ’ ένα μπόγο στον ώμο, και όποιο αυτοκίνητο. Ήταν Ιταλοί τότε, οι Ιταλοί ήταν λίγο ελαστικοί, έπαιρναν κόσμο. Μέχρι την Ήπειρο τα πουλάγαμε για να φέρουμε καρπό, τρόφιμα…
Εδώ πίσω περιμένανε σαν τα χελιδόνια, με ανοιχτό το στόμα… Πώς να ζήσουν;
[Απόσπασμα προφορικής αφήγησης της Κωστούλας  Ιωάννου στη Μ.Ν. Αγγέλη]

Πιάσκε ο πόλεμος!
«Γεννήθηκα στην Πυρσόγιαννη Ηπείρου το1930.Εφτά χρονών πήγα σχολείο. Μέχρι την Τετάρτη Δημοτικού…
 Μετά πιάσκε ο πόλεμος.28η Οκτωβρίου, μέρα Δευτέρα ήτανε. Το χωριό μ’ ήταν στα σύνορα. Δυστυχώς, απ’ την πρώτη μέρα πιάσκε ο πόλεμος εκεί…»
[Απόσπασμα από προφορική αφήγηση του Θεοφάνη Βέτσα στη Μ. Ν. Αγγέλη. Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο με τίτλο: Σχολική ενδυματολογία]

«Όταν ήμουν στο Δημοτικό ξεκίνησε ο πόλεμος του ΄40 και αναγκαστικά σταμάτησα το σχολείο.
Βέβαια και ο πόλεμος να μην άρχιζε θα έπρεπε να το σταματήσω, για να δουλέψω  για να βοηθήσω την οικογένεια…»
[Απόσπασμα από προφορική αφήγηση του Βασίλη Κούση γεν.1933, στην εγγονή του Έρη Κούση. Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο με τίτλο: Σχολική Ενδυματολογία]

                      ~*~
                       Αντιπολεμικό ποίημα   
 Με αφορμή το κείμενο του Γ. Μαγκλή

<<Γι’ αυτό πάντα ΕΙΡΗΝΗ>>

Τι εστί πόλεμος, σήμερα, δεν ξέρουμε.
Όλα τα καλά και όλα τα αγαθά ευτυχώς τα έχουμε.
Πολλοί άνθρωποι όμως μαρτυρούν,
τι έχουν ζήσει και πονούν.
Λένε τέτοια ΦΡΙΚΗ, ποτέ να μη τη ζήσουμε!
Να είμαστε αγαπημένοι κι έτσι να συνεχίσουμε.
Ο πόλεμος κάνει τον άνθρωπο να ξεχνά
να σπέρνει κακό και όλα να τα ποδοπατά.
Πόλεμος σημαίνει φτώχεια, πόνος, θλίψη,
ένα κενό που κανείς δεν μπορεί να καλύψει.
Οι μανάδες τα παιδιά τους θρηνούν
Και όλη μέρα κλαίνε και μοιρολογούν.
Όλοι έλεος ζητούν
μα οι μεγάλες δυνάμεις τους αγνοούν.
Παντού χύνεται αίμα
και μέχρι όλοι να σκοτωθούν δεν δίνεται τέρμα.
Στη μάχη τα όπλα μόνο μιλούν.
Φωνές, κακό σε όλη την πλάση αντηχούν.
Γι’ αυτό πάντα ΕΙΡΗΝΗ να επικρατεί,
το φως του Ήλιου ποτέ να μην κρυφτεί!



Σαρδέλη Μαρία

μαθήτρια Β'γυμνασίου
  

                     ~*~ 
Αντιπολεμικό ποίημα

Πόλεμος, λέξη ανίερη
πόλεμος, λέξη στάχτη
πόλεμος, δίχως λογική
πόλεμος, ίσον σκοτάδι.

Ορισμός πολέμου: ο θάνατος
Και το αποτέλεσμά του κακό,
Όσο η ζωή τ’ ανθρώπου
Μέσα στης γης το χώμα…

Ερείπια φέρνει ο πόλεμος
Κλάμα μόνο και πόνο,
Όνειρο μόνο η λευτεριά
Που κρέμεται στον ώμο.

Οι πόλεις αδειάζουν
Και οι δρόμοι κλειστοί
Τα σπίτια να καίνε
Και σπάει σιωπή
Με του κόσμου τη βουή!

Και όμως ακόμα 
Πεθαίνουν αυτοί
Που αδύναμοι είναι
Σ’αυτή τη ζωή…

Και ποια τα όνειρά τους;
Και ποια η ζωή;
Αφού άλλοι δικάζουν
Την ώρα τους στη γη.

Παλικάρια σφάζονται
Λεβέντες πεθαίνουν
Στο όνομα της λευτεριάς
Χάνονται, στη γη εμπαίνουν.

Και μόνο σαν έρθει η Άνοιξη
Ζεσταίνει λίγο η καρδιά τους
Ο πόλεμος σαν τέλειωσε
Ήρθε και η λευτεριά τους!

Και όλοι αδέρφια είμαστε,
Μα κοίτα τους πως ορμάνε
Καρδιές να ξεριζώνουνε
Μαχαίρια σαν κρατάνε.
Δήμητρα Κουτρομάνου
Μαθήτρια Γ’ Γυμνασίου


Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

Σεπτέμβριος 2013

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ:Ο μήνας των σχολείων
Καλή σχολική χρονιά!


Η Ταλαιπωρία μιας σχολικής ποδιάς
Από το βιβλίο της Μαρίας  Νίκου  Αγγέλη,
 Σχολική  Ενδυματολογία
Από το «ό,τ’ είχαμε» στο « μοδάτο» ρούχο

Όταν ήμουνα μαθήτρια Γυμνασίου, είχα ράψει  σε μοδίστρα του χωριού μας  μια σχολική ποδιά σε γραμμή «εβαζέ», όπως λεγόταν τότε. Σε γραμμή «άλφα», θα λέγαμε σήμερα. Είχε ωραίο γαλάζιο χρώμα, κουμπιά κάτω κάτω, δύο τσεπούλες μπροστά για να βάζω το μαντηλάκι μου και τις λίγες δραχμούλες μου.
Με καμάρι τη φόρεσα εκείνη τη σχολική χρονιά… Την επόμενη είχα πάλι την ίδια σχολική ποδιά. Αλλά «δυστυχώς» είχα ψηλώσει και η ποδιά ήταν κοντή.
Η μάνα έριξε το ύφασμα που ήταν στο γύρισμα του ποδόγυρου και το μήκος ήταν όπως έπρεπε.
 Δυστυχώς όμως γύρω – γύρω από την ποδιά εκεί που αφέθηκε το ύφασμα για να μακρύνει, είχε σχηματιστεί μια χαρακιά που μαρτυρούσε την παλαιότητα της ποδιάς μου. Όμως αυτό δεν με ενόχλησε πολύ αφού αρκετές συμμαθήτριές μου είχαν κάνει το ίδιο...
Την μεθεπόμενη χρονιά ξανά θα φορούσα την ίδια ποδιά για λόγους οικονομίας. Και  πάλι θα ξαναπώ «δυστυχώς» είχα ψηλώσει! Τι «πρόβλημα» κι αυτό!
Τώρα η μάνα μου αναγκάστηκε να μακρύνει την ποδιά από τη μέση:
Ξήλωσε τη ραφή και πήγε στη μοδίστρα να τη γαζώσει ξανά «τσίμα τσίμα», ώστε να δοθεί το ελάχιστο ύφασμα που υπήρχε εκεί για μήκος.
Ο συντηρητισμός της οικογένειας και ο αυστηρός κανονισμός του σχολείου δεν επέτρεπαν κοντή ποδιά!
Αυτή  τη φορά θα ξαναπώ δυστυχώς η ποδιά μου είχε μια χαρακιά πάνω στη ραφή της μέσης, μία κάτω από τη ραφή και μία στον ποδόγυρο! Και μια φθορά στα μανίκια εκεί στο ύψος των αγκώνων!
Έδειχνε ένα ταλαιπωρημένο, πολυκαιρισμένο , φτωχό  ρούχο. Όταν τη φόρεσα ένοιωσα κι εγώ ασχημούλα σαν την ποδιά μου…
Η μάνα μου διάβασε την απογοήτευσή μου και μου είπε:
 «Παιδάκι μ’, μην τ(η)ράς την παλιά ποδιά σ’, να τ(η)ράς τα γράμματά σ’. Άμα μάθ(ει)ς γράμματα θα φοράς ό,τ’  ρούχο θέλεις!»
Εγώ, ως υπάκουο παιδί πάντα, προσπάθησα να αγνοήσω την ασχήμια της σχολικής ποδιάς μου από την τόση ταλαιπωρία και «να μάθω γράμματα», που ήταν δική μου επιθυμία, αλλά και των γονιών μου.
Σήμερα, μετά από πολλά χρόνια, νιώθω χαρά  και ικανοποίηση που το παιδικό μου όνειρο να γίνω καθηγήτρια, πραγματοποιήθηκε! Ωστόσο, ακόμα θυμάμαι αυτή την τόσο ταλαιπωρημένη σχολική ποδιά. Τώρα όμως δεν μου προκαλεί πίκρα και μελαγχολία. Μόνο μια γλυκιά νοσταλγία...
Η ομορφιά του επαγγέλματός μου διέγραψε την ασχήμια της σχολικής ποδιάς μου…


Σημείωση: το βιβλίο της Μαρίας Ν. Αγγέλη, με τίτλο Σχολική Ενδυματολογία, εκδόσεις ΠΑΣΧΕΝΤΗ, θα το βρείτε στο 2ο Γυμνάσιο Αγρινίου «Κοσμάς ο Αιτωλός».